Γυναικολογικές παθήσεις

Διαταραχές περιόδου

Η απουσία της εμμηνορρυσίας ονομάζεται αμηνόρροια. Η απουσία της εμμηνορρυσίας δεν είναι σύμπτωμα, αλλά νόσος και διακρίνεται σε πρωτοπαθή και δευτεροπαθή, ανάλογα με την υποκείμενη αιτιολογία. Η διάγνωση της αιτίας της αμηνόρροιας μπορεί να είναι μια δύσκολη υπόθεση. Η αμηνόρροια πρέπει να αντιμετωπίζεται διότι μπορεί να οδηγήσει σε στειρότητα και σε άλλες σοβαρές επιπλοκές.

Τι είναι η αμηνόρροια;
Η απουσία της εμμηνορρυσίας ονομάζεται αμηνόρροια. Διακρίνεται σε πρωτοπαθή όταν η έμμηνος ρήση δεν έχει εμφανιστεί ως την ηλικία των 16 ετών, και σε δευτεροπαθή η οποία είναι συνηθέστερη και χαρακτηρίζεται από προσωρινή ή μόνιμη απουσία της εμμηνορρυσίας σε γυναίκα που στο παρελθόν είχε κανονικές περιόδους. Η απουσία μίας περιόδου συμβαίνει αρκετά συχνά σε πολλές γυναίκες και δε θεωρείται κατά κανόνα παθολογική, ενώ η απουσία 3-4 συνεχόμενων κύκλων χαρακτηρίζεται ως αμηνόρροια.

Πόσο συχνή είναι η αμηνόρροια;
Η απουσία της εμμηνορρυσίας δεν είναι σύμπτωμα, αλλά νόσος. Η συνηθέστερη ηλικία έναρξης της έμμηνου ρήσεως και της ικανότητας αναπαραγωγής είναι τα 12 έτη, εντούτοις ποικίλει σημαντικά. Στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι η πρωτοπαθής αμηνόρροια αφορά στο 2.5% των νεαρών κοριτσιών, ιδιαίτερα των αθλητριών. Οι αθλήτριες, και ειδικότερα οι γυναίκες δρομείς ή ποδηλάτες, καθώς και οι μπαλαρίνες συχνά παρουσιάζουν διαταραχές της έμμηνου ρήσεως οφειλόμενες στην εξαντλητική σωματική άσκηση και τη φτωχή διατροφή.

Πού οφείλεται η αμηνόρροια;
Η αμηνόρροια έχει πολλά αίτια. Κάποια από τα αίτια της πρωτοπαθούς αμηνόρροιας είναι δυνατό να προκαλέσουν και τη δευτεροπαθή αμηνόρροια. Τα αίτια της πρωτοπαθούς αμηνόρροιας αναλύονται σε άλλη παράγραφο. Η δευτεροπαθής μπορεί να οφείλεται σε ορμονικές διαταραχές, ψυχιατρικά νοσήματα, κακή διατροφή, υπερβολική αύξηση ή απώλεια σωματικού βάρους καθώς και απότομη απώλεια σωματικού βάρους, υπερβολική σωματική άσκηση και χρήση αντικαταθλιπτικών και καταπραϋντικών (ηρεμιστικών) φαρμάκων. Στην εφηβεία δύο συχνά αίτια είναι η εγκυμοσύνη και το άγχος (στρες).

Η δευτεροπαθής αμηνόρροια μπορεί να σχετίζεται με ορμονικές διαταραχές (π.χ. θυρεοειδής), νευρική ανορεξία, κατάθλιψη καθώς και οργανικές καταστάσεις που επηρεάζουν τη λειτουργία των ωοθηκών όπως όγκοι στις ωοθήκες. Η μόνιμη αμηνόρροια συμβαίνει με την εμμηνόπαυση είτε έπειτα από ολική υστερεκτομή (αφαίρεση της μήτρας). Το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών είναι άλλο ένα σύνηθες αίτιο δευτεροπαθούς αμηνόρροιας. Επίσης προσωρινή αμηνόρροια μπορεί να συμβεί σε γυναίκες που ελάμβαναν και διέκοψαν τα αντισυλληπτικά χάπια. Σε αυτές η αμηνόρροια μπορεί να κρατήσει 2-3 μήνες, αλλά έχουν αναφερθεί περιπτώσεις με καθυστέρηση έως 6 μήνες ή ένα χρόνο.

Πώς τίθεται η διάγνωση της αιτίας της αμηνόρροιας;
Η διάγνωση της αιτίας της αμηνόρροιας μπορεί να είναι μια δύσκολη υπόθεση. Η εγκυμοσύνη πρέπει να έχει αποκλειστεί πλήρως πριν να ακολουθήσει κάποια άλλη εξέταση. Επίσης σημαντικό είναι να ληφθεί ένα καλό ιστορικό που θα εστιάζει στη ποιότητα ζωής, τη διατροφή, το βαθμό της σωματικής άσκησης και τη λήψη φαρμάκων και να ακολουθεί ένα υπερηχογράφημα πυέλου, με το οποίο θα εξετάζονται η μήτρα και οι ωοθήκες. Η ορμονολογικές εξετάσεις αίματος πρέπει να ακολουθούν και να προσανατολίζονται στα επίπεδα των ανδρογόνων, οιστρογόνων, της προλακτίνης και των ορμονών του θυρεοειδούς. Σπανιότερα μπορεί να ζητηθεί η μαγνητική (MRI) εγκεφάλου για τον αποκλεισμό όγκου στην υπόφυση (προλακτίνωμα) ή απεικονιστικός έλεγχος της άνω κοιλίας για να αποκλειστούν ενδοκρινολογικές παθήσεις που οφείλονται στα επινεφρίδια.

Ποια η θεραπεία της αμηνόρροιας;
Η θεραπεία της αμηνόρροιας προσανατολίζεται στην αντιμετώπιση της υποκείμενης αιτιολογίας. Η πρωτοπαθής αμηνόρροια συχνά δε χρήζει θεραπείας, εντούτοις το αίτιο πρέπει να αναζητείται σε κάθε περίπτωση. Από την άλλη, υπάρχουν ορισμένες καταστάσεις πρωτοπαθούς αμηνόρροιας που θεραπεύονται δύσκολα ή καθόλου. Οι διαταραχές και οι ελλείψεις των ορμονών αντιμετωπίζονται με ορμονική θεραπεία υποκατάστασης.

Οι γυναίκες με το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών συνήθως ανταποκρίνονται σε θεραπεία με από του στόματος αντισυλληπτικά. Σε αυτές με αυξημένη προλακτίνη χρειάζεται θεραπεία με βρωμοκρυπτίνη, ένα φάρμακο που περιορίζει την έκκριση της ορμόνης, εντούτοις στις περιπτώσεις εκείνες που ανευρίσκεται αδένωμα (καλοήθης όγκος) της υπόφυσης στον εγκέφαλο χρειάζεται νευροχειρουργική επέμβαση. Στις παχύσαρκες γυναίκες, τα επίπεδα των οιστρογόνων είναι αυξημένα (επειδή παράγονται στο λίπος) συνεπώς η απώλεια βάρους μπορεί να επαναφέρει την περίοδο. Αντίστοιχα στις αθλήτριες και στις γυναίκες που ασχολούνται με πρωταθλητισμό στο στίβο ή το χορό, ο περιορισμός της υπερβολικής κόπωσης καθώς και η διόρθωση της διατροφής επίσης επαναφέρει την περίοδο σε φυσιολογικούς ρυθμούς. Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να απαιτηθεί η χειρουργική αφαίρεση κύστεων στην ωοθήκη.

Ποια η πρόγνωση της αμηνόρροιας;
Παρατεταμένες περίοδοι αμηνόρροιας μπορεί να οδηγήσουν σε στειρότητα καθώς και άλλα ιατρικά προβλήματα όπως την οστεοπόρωση (απώλεια της μάζας των οστών). Επίσης η μακρόχρονη αμηνόρροια αυξάνει τον κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του ενδομητρίου στο μέλλον, γι’ αυτό πρέπει να θεραπεύεται.

Η αμηνόρροια που οφείλεται σε καταπόνηση (στρες) ή συστηματική νόσο έχει καλή πρόγνωση εφόσον περιοριστεί το στρες ή θεραπευτεί το νόσημα. Στις πολυκυστικές ωοθήκες η πρόγνωση ποικίλει ανάλογα με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων και το σχεδιασμό της θεραπείας η οποία μπορεί να στοχεύει στην ύφεση των συμπτωμάτων και στην αποκατάσταση της γονιμότητας.

Υπάρχουν μέτρα πρόληψης της αμηνόρροιας;
Η πρωτοπαθής αμηνόρροια που οφείλεται σε συγγενή αίτια δεν μπορεί να προληφθεί. Εντούτοις κάποιες μορφές αμηνόρροιας μπορούν να προληφθούν με την σωστή διατροφή, καλή σωματική άσκηση αλλά και ανάπαυση, αποφυγή της ψυχικής καταπόνησης, του καπνίσματος και της κατάχρησης ουσιών και ηρεμιστικών. Ειδικά στις αθλήτριες απαιτείται εξισορρόπηση της δίαιτας, της άσκησης και της ανάπαυσης. Σε πολλές περιπτώσεις η αμηνόρροια δεν μπορεί να προληφθεί παρά τη λήψη μέτρων.

Δυσμηνόρροια

Η ημέρα που εμφανίζεται η πρώτη περίοδος στη γυναίκα σηματοδοτεί το τέλος της παιδικής της ηλικίας και την είσοδό της στην εφηβεία. Πρόκειται για ένα πολυαναμενόμενο γενονός, το όνειρο της ενηλικίωσης. Ωστόσο αυτή η σημαντική αλλαγή στη ζωή της γυναίκας συχνά επιφυλάσσει δυσάρεστες εκπλήξεις: κράμπες, ναυτίες, πονοκεφάλους, εμετούς, διάρροιες και ίσως αφόρητους πόνους… Τελικά η έμμηνος ρύση δεν είναι καθόλου ευχάριστη.

Ορισμός

Δυσμηνόρροια ονομάζεται κάθε εμμηνορυσία που συνοδεύεται από έντονο κοιλιακό άλγος. Περισσότερες από τις μισές νεαρές γυναίκες και έφηβες υποφέρουν από δυσμηνόρροια, δηλαδή ένα κωλικοειδές ή αμβλύ κοιλιακό άλγος που επικεντρώνεται στο κατώτερο 1/3 της κοιλιάς και ακτινοβολεί προς τη ράχη και τους γοφούς. Η δυσμηνόρροια είναι δυνατό να συμβεί σε όλες τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Η ένταση του πόνου ποικίλει σημαντικά, συνεπώς σε κάποιες γυναίκες απλά προκαλεί μία ενόχληση η οποία είναι υποφερτή, ενώ σε άλλες είναι τόσο ισχυρή που τις καθιστά ουσιαστικά ανήμπορες να πραγματοποιήσουν αρκετές από τις καθημερινές τους δραστηριότητες. Ένας άλλος τρόπος να αξιολογηθεί η ένταση του πόνου είναι η ανταπόκριση του στα αναλγητικά. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο πόνος υποχωρεί με κοινά παυσίπονα, ενώ σε άλλες δεν απαντά ούτε σε ισχυρά αντιφλεγμονώδη.

Αιτιολογία

Από μελέτες που έχουν γίνει φαίνεται πως ο βασικός «ένοχος» για τους αφόρητους πόνους είναι η χημική ουσία προσταγλανδίνη. Η ουσία αυτή, που αυξάνεται σε σημαντικό βαθμό κατά την περίοδο της εμμήνου ρύσεως, εμποδίζει τη μήτρα να οξυγονωθεί σωστά και ευθύνεται για τις συσπάσεις της, που προκαλούν πολλές φορές έντονο πόνο. Ο πόνος στη διάρκεια της περιόδου ταλαιπωρεί πάνω από το 50% των γυναικών ηλικίας 25 έως 40 ετών, μάλιστα σε ποσοστό 10-15% τα συμπτώματα είναι τόσο έντονα που επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την καθημερινή τους ζωή. Σε αυτές τις περιπτώσεις λέμε ότι η γυναίκα πάσχει από δυσμηνόρροια.

Η μήτρα είναι ένας μυς. Όπως όλοι οι μύες, μπορεί να συσπάται και να χαλαρώνει. Στην περίοδο συσπάται περισσότερο. Αυτές οι έντονες συσπάσεις προκαλούν τις κοιλιακές κράμπες. Οι μύες της μήτρας συσπώνται εξαιτίας της παραγωγής προσταγλανδινών (χημικές ουσίες που παράγονται στην ίδια τη μήτρα). Στην αρχή της περιόδου το επίπεδό τους είναι υψηλό και στη συνέχεια μειώνεται. Γι' αυτό το λόγο ο πόνος μειώνεται μετά τις πρώτες μέρες της περιόδου.

Συνήθη συμπτώματα της δυσμηνόρροιας: Πόνος ή κράμπες στο κάτω μέρος της κοιλιάς ή στη μέση, διάρροια, συχνουρία, ναυτία, έμετος, πονοκέφαλος, ζάλη, λιποθυμία.

Για τις περισσότερες γυναίκες, η δυσμηνόρροια είναι μια γνώριμη κατάσταση που επαναλαμβάνεται σχεδόν κάθε μήνα. Ανάλογα με τις επιμέρους συνθήκες και την ηλικία χωρίζεται σε δύο κατηγορίες: την πρωτοπαθή και τη δευτεροπαθή.

Προδιαθεσικοί παράγοντες για την ανάπτυξη πρωτοπαθούς δυσμηνόρροιας είναι:

  • η έναρξη της εμμήνου ρύσεως σε μικρή ηλικία (μικρότερη των 12 ετών)
  • η ατεκνία
  • η μεγάλη αιμορραγία στην περίοδο
  • το κάπνισμα
  • η παχυσαρκία
  • το οικογενειακό ιστορικό

Για τη δευτεροπαθή δυσμηνόρροια ευθύνονται συνήθως:

  • η ενδομητρίωση
  • η αδενομύωση
  • τα ινομυώματα
  • το σπιράλ
  • η στένωση του τραχήλου
  • η πυελική φλεγμονή
  • οι ανωμαλίες στη διάπλαση των γυναικολογικών οργάνων
  • οι κύστεις ωοθηκών
  • τα καρκινώματα

Πρωτοπαθής δυσμηνόρροια

Σε αυτήν την περίπτωση, η επώδυνη περίοδος δεν σχετίζεται με κάποιο οργανικό πρόβλημα ή πάθηση. Είναι αρκετά συνηθισμένη, αφού αφορά μία στις δύο γυναίκες (έφηβες και νεαρές γυναίκες συνήθως άτεκνες), ενώ παρουσιάζεται σε βαριά μορφή στο 5-15% των γυναικών. Ο πόνος συνήθως ξεκινά λίγες ώρες πριν την έναρξη της περιόδου και εντοπίζεται στο κατώτερο μέρος της κοιλιάς. Η έντασή του αυξομειώνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα και διαρκεί συνήθως τις πρώτες μία με δύο ημέρες της περιόδου, ενδέχεται όμως να προξενήσει μεγάλη αιμορραγία και μπορεί να έχει τα χαρακτηριστικά κράμπας.

Τα συμπτώματα της πάθησης μπορεί να ελαττωθούν με την πάροδο των χρόνων ή μετά από εγκυμοσύνη. Δεν εμφανίζονται σε κάθε έμμηνο κύκλο, παρά μόνο όταν γίνεται ωοθυλακιορρηξία, δηλαδή απελευθέρωση ωαρίου.

Πώς να την αντιμετωπίσετε; Όταν ο πόνος είναι ήπιος: Για να απαλύνετε τον πόνο, δοκιμάστε να ξεκουράζεστε περισσότερο, να κοιμάστε επαρκώς και να ασκείστε σε τακτική βάση. Επιπλέον, προσπαθήστε να περιορίσετε το στρες, γιατί παίζει ιδιαίτερα επιβαρυντικό ρόλο στην επώδυνη περίοδο. Τα απλά παυσίπονα και τα κοινά σπασμολυτικά είναι επίσης αρκετά αποτελεσματικά.

Όταν ο πόνος είναι δυνατός: Χρειάζεστε πιο ισχυρά παυσίπονα ή αντισυλληπτικά. Συμβουλευτείτε έναν γυναικολόγο, ο οποίος αφού επιβεβαιώσει τη διάγνωση με προσεκτική γυναικολογική εξέταση και με ορισμένες εργαστηριακές εξετάσεις ρουτίνας (όπως, π.χ., υπερηχογράφημα πυέλου, καλλιέργεια κολπικού εκκρίματος, τεστ Παπανικολάου, αιματολογικές εξετάσεις), θα σας συστήσει το κατάλληλο φάρμακο. Η φαρμακευτική αγωγή είναι ανάγκη να ακολουθείται σε κάθε κύκλο της γυναίκας και όχι μόνο όταν επανεμφανίζεται ο πόνος. Τα αποτελέσματά της είναι συνήθως ορατά μετά τους πρώτους δύο με τρεις κύκλους θεραπείας. Εάν η παραπάνω αγωγή δεν σας ανακουφίσει, το επόμενο βήμα είναι η λήψη αντισυλληπτικών δισκίων, τα οποία αναστέλλουν την ωορρηξία και σταματούν τον πόνο διότι ελαττώνονται οι προσταγλανδίνες.

Δευτεροπαθής δυσμηνόρροια

Σε αυτή την περίπτωση, ο πόνος κατά τη διάρκεια της περιόδου οφείλεται σε κάποια γυναικολογική πάθηση και συνήθως παρουσιάζεται σε γυναίκες μεταξύ 20 και 30 ετών. Ο βασικός παράγοντας πρόκλησης δευτεροπαθούς δυσμηνόρροιας είναι η ενδομητρίωση, κατά την οποία τα κύτταρα του εσωτερικού τοιχώματος της μήτρας (ενδομήτριο) μεταναστεύουν σε άλλα σημεία του σώματος. Όταν λοιπόν «μεταναστεύουν» – κυρίως μέσω των σαλπίγγων – προς την κοιλιά εγκαθίστανται σε διάφορα σημεία του σώματος (ωοθήκες, έντερο, σπάνια ακόμα και στον εγκέφαλο) και παράγουν αίμα κατά τη διάρκεια της περιόδου. Για το λόγο αυτό μια γυναίκα μπορεί να πονάει στην περίοδό της σε διάφορα σημεία της κοιλιάς. Η ενδομητρίωση χρειάζεται ειδική φαρμακευτική θεραπεία και αρκετές φορές λαπαροσκοπική χειρουργική αφαίρεση.

Πώς να την αντιμετωπίσετε; Ανάλογα με το ποια πάθηση ευθύνεται για τον πόνο, ο γυναικολόγος θα σας υποδείξει την κατάλληλη θεραπεία. Γενικά, στην αντιμετώπισή της μπορεί να βοηθήσει το αντισυλληπτικό χάπι. Έχει βρεθεί πως τα αντισυλληπτικά όταν επιλεγούν σωστά βελτιώνουν τα χαρακτηριστικά της περιόδου. Αυτό προϋποθέτει πως δεν υπάρχουν αντενδείξεις χορήγησης των παραπάνω χαπιών στην ασθενή. Τα αντισυλληπτικά χάπια δεν επιτρέπουν στις ωοθήκες να παράγουν ωάριο κάθε μήνα (ωορρηξία) και κατά συνέπεια παράγονται λιγότερες προσταγλανδίνες από τον οργανισμό της γυναίκας, άρα αυτή πονάει λιγότερο! Επιπλέον, έχει αποδειχτεί ότι για την ύφεση των συμπτωμάτων βοηθάει η σωματική άσκηση (μην ασκείστε όμως τις ημέρες της περιόδου, οπότε ο πόνος είναι έντονος, αλλά όλο τον υπόλοιπο μήνα), η αλλαγή της δίαιτας, η διακοπή του καπνίσματος και τα θερμά επιθέματα.

Διάγνωση

Προκειμένου να τεθεί η διάγνωση της πρωτοπαθούς δυσμηνόρροιας πρέπει να αποκλειστούν όλα τα γυναικολογικά αίτια που εμπλέκονται στη δευτεροπαθή. Απαιτείται λοιπόν, η λήψη ενός καλού ιατρικού ιστορικού, ένα γυναικολογικό υπερηχογράφημα έσω γεννητικών οργάνων και μια γυναικολογική εξέταση. Άλλες απαραίτητες εξετάσεις είναι αιματολογικές καθώς και μια καλλιέργεια κολπικού εκκρίματος . Η παρουσία ινομυωμάτων ή άλλων πυελικών όγκων, καθώς και η πυελική φλεγμονή θα αποκλειστούν με τις παραπάνω εξετάσεις. Στη περίπτωση της ενδομητρίωσης η απόλυτη διάγνωση τίθεται μόνο έπειτα από διαγνωστική λαπαροσκόπηση. Δυστυχώς η λαπαροσκόπηση στη χώρα μας εφαρμόζεται μόνο σε εξειδικευμένα κέντρα και από εκπαιδευμένη χειρουργική ομάδα, με συνέπεια αρκετές γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση, να διαφεύγουν της διάγνωσης, και να αντιμετωπίζονται ως πρωτοπαθείς δυσμηνόρροιες μη λαμβάνοντας τη σωστή θεραπεία.

Θεραπεία

Η δευτεροπαθής δυσμηνόρροια προϋποθέτει την αντιμετώπιση της υποκείμενης γυναικολογικής αιτίας. Στη θεραπεία της πρωτοπαθούς δυσμηνόρροιας έχουν χρησιμοποιηθεί πολλά φαρμακευτικά σκευάσματα για τον περιορισμό και τον έλεγχο του πόνου. Η πλέον δημοφιλής επιλογή είναι τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (nonsteroidal anti-inflammatory drugs - NSAIDs), τα οποία καταστέλλουν τη παραγωγή των προσταγλανδινών και μειώνουν τη συγκέντρωση τους στο αίμα και στη μήτρα. Σε αυτή την ομάδα συμπεριλαμβάνονται φαρμακευτικές ουσίες όπως η κοινή ασπιρίνη, η δικλοφενάκη, η ιμπουπροφένη, η ναπροξένη και άλλες. Υπάρχουν πολυάριθμα σκευάσματα αυτών των ουσιών, τα οποία διαφέρουν στο τρόπο και τον βαθμό δράσης, συνεπώς αν ένα σκεύασμα αποτύχει, μπορεί να αντικατασταθεί με κάποιο άλλο της κατηγορίας αυτής. Επίσης τα φάρμακα αυτά αποδίδουν περισσότερο όταν λαμβάνονται με τα πρώιμα συμπτώματα της εμμηνορρυσίας και για τις 1-2 πρώτες μέρες, δηλαδή όταν ο πόνος είναι εντονότερος. Στις γυναίκες που έχουν τακτικό κύκλο, ή σε αυτές που αντιλαμβάνονται από κάποιες αλλαγές στο σώμα τους ότι έπεται η περίοδος, συχνά συστήνεται η λήψη του φαρμάκου πριν την έναρξη της περιόδου ώστε να προληφθεί ο πόνος προτού ακόμα αρχίσει.

Τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα έχουν και κάποιες ανεπιθύμητες ενέργειες όπως δυσπεψία, ναυτία, εξανθήματα, κεφαλαλγία, ενώ ενοχοποιούνται στη πρόκληση του έλκους του στομάχου έπειτα από χρόνια ή παρατεταμένη χρήση. Η λήψη παρακεταμόλης εναλλασσόμενα με τα αντιφλεγμονώδη μπορεί να περιορίσει τη χρήση τους, ενώ η ταυτόχρονη λήψη γαστροπροφύλαξης συστήνεται από πολλούς ιατρούς προκειμένου να αποφευχθούν οι ανεπιθήμητες δράσεις στο πεπτικό σύστημα.

Άλλες ομάδες φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στη δυσμηνόρροια περιλαμβάνουν τα παράγωγα της κωδεϊνης και τα σπασμολυτικά, τα οποία βοηθούν πολλές γυναίκες και προκαλούν λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες συγκριτικά με τα αντιφλεγμονώδη.

Τα αντισυλληπτικά χάπια, βελτιώνουν πολύ τα συμπτώματα της δυσμηνόρροιας ελαττώνοντας τα επίπεδα των ορμονών που εμπλέκονται στη παθογένεση της, εντούτοις δεν συστήνονται ποτέ μόνο με αυτή την ένδειξη. Εφόσον η γυναίκα επιθυμεί την αντισυλληπτική τους δράση, ή πρέπει να λάβει αντισύλληψη για άλλους ιατρικούς λόγους, τότε η ταυτόχρονη αποτελεσματικότητα τους στη καταπολέμηση της δυσμηνόρροιας είναι αποδεκτή.

Πρόγνωση

Με τη φαρμακευτική θεραπεία τα συμπτώματα της πρωτοπαθούς δυσμηνόρροιας υποχωρούν και η πρόγνωση είναι άριστη. Στις περιπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται στη φαρμακευτική αγωγή, πρέπει να αναζητούνται πιθανά γυναικολογικά αίτια όπως η ενδομητρίωση τα οποία χρίζουν ειδικής θεραπείας.

Πρόληψη

Η πρωτοπαθής δυσμηνόρροια μπορεί να προληφθεί με τη λήψη αντιφλεγμονωδών παραγόντων (NSAIDs) πριν την έναρξη των συμπτωμάτων της εμμηνορρυσίας.

Μικρές συμβουλές αντιμετώπισης του πόνου

  • Τρώτε κάθε μέρα τροφές πλούσιες σε κάλιο: μπανάνες, αποξηραμένα φρούτα, πορτοκάλια, πεπόνια, πατάτες, καρότα και πράσινα λαχανικά. Ξεκινήστε συμπληρώματα βιταμινών-ιχνοστοιχείων (ασβέστιο, βιταμίνη Β6, νιασίνη, βιταμίνη C)
  • Να αποφεύγετε το αλάτι και τη ζάχαρη.
  • Βράστε αποξηραμένες ρίζες τσουκνίδας (Urtica urens) σε νερό. Πιείτε από αυτό το ρόφημα ένα φλιτζάνι 3-4 φορές την ημέρα. Η τσουκνίδα, που περιέχει πολλά μέταλλα και οξέα, επιδρά καθαρτικά στο αίμα, ενώ ο χυμός της έχει, σε περίπτωση αιμορραγίας, έντονη αιμοστατική δράση.
  • Έχει αποδειχτεί ότι η ζέστη μπορεί να λειτουργήσει καταπραϋντικά στον πόνο της περιόδου. Γεμίστε την μπανιέρα σας με ζεστό νερό και να μείνετε για λίγο εκεί μέσα, χαλαρώνοντας τη μέση σας και την κοιλιά σας. Μπορείτε επίσης να γεμίσετε μια θερμοφόρα με ζεστό νερό και να την τοποθετήσετε στην περιοχή όπου πονάτε.
  • Ακολουθήστε κάποιο σπορ συστηματικά. Η τακτική αερόβια σωματική άσκηση (περπάτημα, τρέξιμο, κολύμβηση) βοηθάει στην οξυγόνωση του οργανισμού και στην κυκλοφορία του αίματος, με αποτέλεσμα να μειώνονται αισθητά οι πόνοι και οι παρενέργειες της περιόδου.
  • Κατά τη διάρκεια της περιόδου, περιορίστε τους καφέδες διότι προκαλούν σπασμούς και ένταση.
  • Αποφύγετε όσο γίνεται το στρες, ντυθείτε με άνετα ρούχα και αποφύγετε τα στενά ρούχα και παντελόνια που πιέζουν την περιοχή της κοιλιάς.

Δυσπαρευνία - πόνος κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής

Τι είναι η δυσπαρευνία

Ο πόνος κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής ή μετά από αυτή είναι γνωστός στην ιατρική ως δυσπαρευνία. Οι γυναίκες με δυσπαρευνία μπορεί να έχουν πόνο στον κόλπο, την κλειτορίδα ή τα χείλη του αιδοίου. Υπάρχουν πολλές αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν δυσπαρευνία, πολλές από τις οποίες είναι ιάσιμες. Οι πλέον κοινές αιτίες είναι οι ακόλουθες:

  • Ξηρότητα του κόλπου (Κολπική ξηρότητα)
  • Ατροφική κολπίτιδα, μια συχνή πάθηση που προκαλεί λέπτυνση των τοιχωμάτων του κόλπου ειδικά μετά την εμμηνόπαυση.
  • Οι παρενέργειες από συγκεκριμένα φάρμακα, συνήθως αντιισταμινικά και «αντι-οιστρογόνα», πχ. η ταμοξιφαίνη.
  • Η ενδομητρίωση, μια συνήθως επώδυνη κατάσταση κατά την οποία ιστός που μοιάζει και συμπεριφέρεται όπως το ενδομήτριο αναπτύσσεται ανώμαλα σε περιοχές εκτός της μήτρας
  • Παθήσεις του δέρματος, όπως μυκητιάσεις, που επηρεάζουν την περιοχή του κόλπου
  • Λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος, κολπικές μολύνσεις, ή σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα
  • Ψυχολογικό τραύμα που συχνά προέρχεται από ιστορικό σεξουαλικής κακοποίησης

Συμπτώματα της δυσπαρευνίας

Οι γυναίκες με δυσπαρευνία μπορεί να αισθάνονται επιφανειακό πόνο στην είσοδο του κόλπου, ή βαθύτερο πόνο κατά τη διάρκεια της διείσδυσης κατά την σεξουαλική επαφή. Μερικές γυναίκες, επίσης, μπορεί να εμφανίσουν έντονη σύσφιξη των κολπικών μυών κατά τη διάρκεια της διείσδυσης, γεγονός που δυσχεραίνει ή καθιστά αδύνατη τη σεξουαλική επαφή.

Πώς γίνεται η διάγνωση

Η διάγνωση της δυσπαρευνίας συνήθως γίνεται με βάση τα συμπτώματα που έχουν παρουσιαστεί. Το ιατρικό και σεξουαλικό ιστορικό της ασθενούς και η φυσική εξέταση θα βοηθήσει το γιατρό να προσδιορίσει την αιτία εμφάνισης των συμπτωμάτων σας.

Η διάκριση ανάμεσα στον πόνο που εμφανίζεται όταν αγγίζετε τα γεννητικά όργανα ή κατά την αρχή της διείσδυσης από τον πόνο που προκαλείται όταν η διείσδυση γίνει βαθύτερη, είναι μια ένδειξη για την αιτία των συμπτωμάτων σας. Ως εκ τούτου, ο γιατρός θα σας κάνει ερωτήσεις σχετικά με την ακριβή τοποθεσία, την τοπική αλλά και χρονική έκταση που αντιλαμβάνεστε τον πόνο. Ο γιατρός επίσης θα εκτιμήσει σχετικές πληροφορίες όπως:

  • Αν υπάρχει έστω μια φορά που είχατε πλήρως ανώδυνη επαφή, ή αν η δυσπαρευνία είναι μόνιμη κατάσταση
  • Εάν έχετε αρκετή φυσική λίπανση κατά τη σεξουαλική επαφή και κατά πόσο καταφεύγετε στη χρήση λιπαντικών για την υποβοήθηση της σεξουαλικής επαφής
  • Το σεξουαλικό σας ιστορικό (ώστε να υπάρχει καλύτερη εκτίμηση για τον κίνδυνο να έχετε προσβληθεί από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα)
  • Αν έχετε ποτέ κακοποιηθεί σεξουαλικά, ή υπήρξε κάποιος τραυματισμός στο παρελθόν στην περιοχή των γεννητικών οργάνων
  • Επιπλεόν, θα πρέπει να εκτιμηθεί εάν έχετε ανωμαλία στον κύκλο της έμμηνου ρύσεως, παρουσιάζετε εξάψεις ή κολπική ξηρότητα, συμπτώματα που υποδηλώνουν άμεσα πως μπορεί να έχετε ατροφική κολπίτιδα .
  • Εάν είστε νέα μητέρα, ο θηλασμός του μωρού σας μπορεί να οδηγήσει σε κολπική ξηρότητα και δυσπαρευνία

Κατά τη διάρκεια της φυσικής εξέτασης, ο γιατρός ελέγχει τα κολπικά τοιχώματα για σημάδια ξηρότητας, φλεγμονές ή μολύνσεις , κονδυλώματα των γεννητικών οργάνων και ουλές. Ο γιατρός πραγματοποιεί επίσης μια εσωτερική γυναικολογική εξέταση για να βρεθούν συγκεκριμένες ανωμαλίες στα πλευρικά τοιχώματα ή σημάδια ενδομητρίωσης.

Πόσο διαρκούν τα συμπτώματα

Η διάρκεια των συμπτωμάτων της δυσπαρευνίας εξαρτάται από την αιτία που την προκαλεί. Εάν έχετε κολπική ξηρότητα από ανεπαρκή λίπανση, τα συμπτώματα θα εξαφανιστούν πιο γρήγορα, εφόσον χρησιμοποιείτε κατάλληλη λίπανση. Εάν έχετε κολπική ξηρότητα που προκαλείται από ατροφική κολπίτιδα(link), τα συμπτώματά θα υποχωρήσουν σταδιακά με μια θεραπεία με οιστρογόνα.

Θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να συζητήσετε με το γιατρό για τη λήψη της κατάλληλης θεραπείας. Η θεραπεία με οιστρογόνα μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού όταν χορηγούνται από στόματος, αλλά οι κολπικές εναποθέσεις θεωρούνται ασφαλείς για τις περισσότερες γυναίκες.

Εάν έχετε κάποια ουρολοίμωξη ή μόλυνση, η δυσπαρευνία συνήθως υποχωρεί μετά από μία εβδομάδα χορήγησης θεραπείας αντιβιοτικών ή αντιμηκυτησιακών φαρμάκων. Εάν πάσχετε από κάποιο σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα, μπορεί να χρειαστεί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και πιο εντατικές θεραπείες με αντιβιοτικά για να απαλλαγείτε από τη δυσπαρευνία.

Σε περίπτωση δερματικών παθήσεων, η κατάσταση συνήθως θα βελτιωθεί με τη χρήση κρεμών που περιέχουν στεροειδή, αλλά συχνά απαιτούν μεγάλη σε διάρκεια θεραπεία. Εάν είχατε συμπτώματα δυσπαρευνίας για μήνες ή χρόνια, και ψυχολογικοί παράγοντες διαδραματίζουν ρόλο σε αυτό, συζητήστε με το γιατρό για να σας παρέχει την καλύτερη δυνατή θεραπεία και να ανακουφιστείτε από τα συμπτώματα.

Δυσπαρευνία και μέθοδοι πρόληψης

Αν και μερικές αιτίες που προκαλούν δυσπαρευνία δεν μπορούν να αποφευχθούν (π.χ. όπως η σεξουαλική κακοποίηση ή κάποιος τραυματισμός στην περιοχή των γεννητικών οργάνων), άλλες αιτίες μπορεί να προληφθούν ουσιαστικά:

  • Για να μειώσετε τον κίνδυνο της μόλυνσης, να αποφεύγετε τα στενά ρούχα, φορέστε βαμβακερά εσώρουχα και διατηρήστε καλή υγιεινή. Αλλάξτε άμεσα εσώρουχα μετά από παρατεταμένη εφίδρωση.
  • Για να αποφύγετε λοιμώξεις της ουροδόχου κύστης, σκουπίστε από εμπρός προς τα πίσω μετά τη χρήση της τουαλέτας, ενώ δεν πρέπει ποτέ να παραμελείτε την άμεση ούρηση μετά τη σεξουαλική επαφή.
  • Για να αποφύγετε τις σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες, αποφύγετε τη σεξουαλική επαφή με αγνώστους και χρησιμοποιήστε πάντα προφυλάξεις για την προστασία έναντι των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων.
  • Για να αποφύγετε την ξηρότητα του κόλπου, χρησιμοποιήστε ένα λιπαντικό, ή συμβουλευτείτε το γιατρό σε περίπτωση που η ξηρότητα οφείλεται σε ατροφική κολπίτιδα.

Θεραπεία της Δυσπαρευνίας

Η θεραπεία της δυσπαρευνίας εξαρτάται από την αιτία που την προκαλεί:

  • Για την περίπτωση της ατροφικής κολπίτιδας, χρησιμοποιούνται νέες μέθοδοι Laser που αποφεύγεται η χρήση ορμονών. Ενημερωθείτε σχετικά πατώντας στην εικόνα:
  • Εάν η κολπική ξηρότητα είναι το πρόβλημα, μπορείτε να διευκολύνετε τη διείσδυση και τη σεξουαλική επαφή με αυξημένη διέγερση της κλειτορίδας πριν την επαφή ή λίπανση με ένα κατάλληλο λιπαντικό.
  • Για την περίπτωση των κολπικών μολύνσεων, θα σας δοθούν συνήθως αντιμυκητιασικά φάρμακα.
  • Τα αντιβιοτικά συνήθως δίνονται σε περίπτωση λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος ή σε σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες
  • Για δερματικές παθήσεις που επηρεάζουν την περιοχή του κόλπου, η θεραπεία θα ποικίλει ανάλογα με τη νόσο.
  • Αν η ενδομητρίωση είναι η αιτία που προκαλεί τη δυσπαρευνία, μπορεί να σας χορηγηθεί φαρμακευτική αγωγή ή μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση της ανώμαλης ανάπτυξης του ιστού.
  • Για την περίπτωση δυσπαρευνίας που δεν έχει καμία προφανή φυσική αιτία ή διαρκεί για μήνες ή και χρόνια, συμβουλευτείτε τον ιατρό καθώς ενδέχεται να χρειαστεί ψυχολογική υποστήριξη για την αντιμετώπιση του άγχους σχετικά με τη σεξουαλική επαφή.

Ινομυώματα

Τα Ινομυώματα είναι καλοήθεις όγκοι με σχετικά μαλακή σύσταση που βρίσκονται στη μήτρα. Συνήθως πρόκειται για στρογγυλά, καλώς περιγεγραμμένα ογκίδια με διάμετρο από λίγα χιλιοστά μέχρι αρκετά εκατοστά. Εμφανίζονται μέχρι και στο 40% των γυναικών ηλικίας άνω των 35. Αναλόγως της εντόπισής τους διακρίνονται σε ενδοτοιχωματικά (τα πιο συχνά) που αναπτύσσονται εντός του μυϊκού τοιχώματος της μήτρας, υποβλεννογόνια που εντοπίζονται κάτωθεν του εσωτερικού στρώματος της μήτρας (ενδομήτριο) και προβάλλουν εντός της ενδομήτριας κοιλότητας, και τα υπορρογόνια που βρίσκονται στην εξωτερική επιφάνεια, κάτω από έναν χιτώνα που περιβάλλει εξωτερικά τη μήτρα, τον ορογόνο. Επίσης ένα ινομύωμα μπορεί να κρέμεται από μίσχο, ή να αναπτυχθεί στον τράχηλο.

Παθογένεια

Οι όγκοι ξεκινούν από τον μυϊκό ιστό μέσα στο μυομήτριο υπό την επίδραση ορμονών (τα οιστρογόνα) που παράγονται φυσιολογικά στο σώμα της γυναίκας. Παρουσιάζονται συχνά σε ορισμένες οικογένειες και για το λόγο αυτό τα τελευταία χρόνια θεωρείται ότι υπάρχει γονιδιακή επιβάρυνση. Εμφανίζονται συνήθως κατά την αναπαραγωγική ηλικία και υφίστανται υποστροφή στην εμμηνόπαυση. Η χορήγηση αντισυλληπτικών χαπιών μπορεί να προκαλέσει αύξηση του όγκου. Επίσης τα ινομυώματα μεγαλώνουν κατά την διάρκεια της κύησης. Τα ινομυώματα εμφανίζονται συχνότερα σε γυναίκες της μαύρης φυλής συγκριτικά με της Καυκάσιας.

Συμπτωματολογία

Η εκδήλωση ή όχι συμπτωμάτων εξαρτάται από το σημείο όπου έχει αναπτυχθεί το ινομύωμα, από το πόσο μεγάλο είναι, καθώς κι από το εάν η γυναίκα είναι έγκυος ή όχι. Τα ινομυώματα μπορεί να μην προκαλούν κανένα ενόχλημα σε πολλές γυναίκες, μπορεί όμως να ευθύνονται για τα ακόλουθα:

  • Ασυνήθιστη αιμορραγία. Συχνά η γυναίκα έχει πιο μεγάλη περίοδο (μηνορραγία) μερικές φορές με πήγματα αίματος, αλλά μπορεί να έχει σταγόνες αίματος πριν την περίοδο, ή και αίμα ενδιάμεσα της περιόδου.
  • Ψηλαφητή πυελική μάζα.
  • Αύξηση του μεγέθους της μήτρας με μεταβολή στην περιφέρεια της κοιλιάς.
  • Πιεστικά φαινόμενα σε γειτονικά όργανα όπως: στην ουροδόχο κύστη (οδηγεί σε συχνουρία, ή ακράτεια ούρων), ή στο ορθό (δυσκοιλιότητα).
  • Κατώτερο κοιλιακό άλγος.
  • Υπογονιμότητα.

Τα ενδοτοιχωματικά ινομυώματα, συνήθως έχουν μικρό μέγεθος (2-3 cm) και δεν δημιουργούν προβλήματα. Ο όγκος της μήτρας αυξάνεται ελαφρά, καθώς και το σχήμα της, αλλά πέραν αυτού χρειάζεται μόνο να παρακολουθεί κανείς την πιθανή αύξηση του μεγέθους τους. Όταν αυτό αυξηθεί αρκετά τότε τα ινομυώματα αυτά μπορεί να εφάπτονται του ενδομητρίου. Στην περίπτωση αυτή αλλάζουν τα χαρακτηριστικά τόσο της αρχιτεκτονικής -της πορείας - του ενδομητρίου μέσα στη μήτρα, όσο και της υφής του. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να αυξάνεται η ποσότητα του αίματος στην περίοδο. Αν η γυναίκα προσπαθεί να συλλάβει τότε μπορεί να έχει δυσκολίες στη σύλληψη λόγω της αλλοιωμένης δομής του ενδομητρίου.

Τα υποβλεννογόνια ινομυώματα είναι αυτά τα οποία προβάλλουν στο εσωτερικό της ενδομήτριας κοιλότητας. Κατ' αυτόν τον τρόπο επηρεάζουν άμεσα τη μορφολογία και τη δομή της. Τα υποβλεννογόνια ινομυώματα παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην ποσότητα του αίματος της περιόδου. Επιπλέον επειδή επηρεάζεται αρνητικά και η υφή του ενδομητρίου, καθώς αυτό δεν είναι γόνιμο στη περιοχή του ινομυώματος, δημιουργείται πρόβλημα γονιμότητας.

Τα υπορρογόνια ινομυώματα αυξάνονται προς το εξωτερικό της μήτρας, δηλαδή προς τα κοιλιακά όργανα, και συνήθως δεν αποτελούν πρόβλημα. Όταν τα υπορρογόνια ινομυώματα συγκρατούνται με τη μήτρα μέσω ενός μίσχου, ονομάζονται μισχωτά. Τα ινομυώματα αυτά μπορεί να αυξηθούν πολύ σε μέγεθος και να δημιουργήσουν πιεστικά φαινόμενα σε γειτονικά όργανα ή σπάνια να συστραφούν δημιουργώντας σημεία νέκρωσης.

Ακόμη πιο σπάνια μπορούν να εξαλλαγούν σε κακοήθεις όγκους της μήτρας, αλλά το ποσοστό αυτό εξαλλαγής είναι πραγματικά μικρό.

Αντιμετώπιση

Προτού αντιμετωπισθούν τα ινομυώματα πρέπει να διεξαχθούν διαγνωστικά τεστ. Ένα διακοιλιακό ή διακολπικό υπερηχογράφημα είναι εξαιρετικά χρήσιμο στην αναγνώριση του αριθμού, του μεγέθους και της θέσης των ινομυωμάτων. Μερικές φορές μια υστεροσκόπηση μπορεί να προγραμματισθεί ώστε να διερευνηθεί η κοιλότητα της μήτρας και κατά πόσο αυτή διαταράσσεται από την παρουσία ινομυωμάτων.

Αν το ινομύωμα είναι μικρό (<3 cm) και ασυμπτωματικό τότε δεν χρειάζεται η αφαίρεσή του, αφού το ρίσκο επιπλοκών είναι μεγαλύτερο από το πιθανό κέρδος μιας επέμβασης. Η παρακολούθηση του γίνεται κατά κανόνα με διακολπικό υπερηχογράφημα εκτός από τα μεγάλα μισχωτά ινομυώματα που βρίσκονται πολύ κοντά στο κοιλιακό τοίχωμα. Το υπερηχογράφημα επαναλαμβάνεται κάθε 6 με 12 μήνες.

Μερικές φορές το μόνο που απαιτείται είναι η αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, όμως αυτό θα εξαρτηθεί από άλλους παράγοντες, όπως η ηλικία της γυναίκας και το ιστορικό υπογονιμότητας και αυτόματης αποβολής.

Αξίζει να σημειωθεί ότι με την εμμηνόπαυση, όπου και μειώνεται σημαντικά η ποσότητα των οιστρογόνων, τα ινομυώματα σταματούν να αναπτύσσονται και υποστρέφουν -μικραίνουν- ή εκφυλίζονται σταδιακά. Κατά συνέπεια η αφαίρεσή τους καθώς πλησιάζει η εμμηνόπαυση δεν κρίνεται απαραίτητη παρά μόνο αν προκαλούν προβλήματα.

Ορμονική θεραπεία

Ανάλογα γοναδοτροπίνης (GnRH-analogues) μπορούν να χορηγηθούν για μια περίοδο ορισμένων μηνών (3 έως 6) για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων αναμένοντας το χειρουργείο. Το αποτέλεσμά τους θα είναι η σμύκρινση των ινομυωμάτων λόγως μείωσης της αιμάτωσής τους. Όταν χορηγούνται σε συνεχή δοσολογία, τα GnRH ανάλογα εμποδίζουν τις ωοθήκες να παράγουν οιστρογόνα και προκαλούν στον οργανισμό μια κατάσταση παρόμοια της εμμηνόπαυσης. Συνήθως χορηγούνται σε μηνιαία ενέσιμη μορφή. Τα μειονεκτήματά τους είναι ότι αλλάζουν τη δομή του φλοιού των ινομυωμάτων καθιστώντας δυσκολότερη τη χειρουργική αφαίρεση και των παρενεργειών που μπορεί να παρατηρηθούν: εναλλαγές της διάθεσης, εξάψεις και νυχτερινές εφιδρώσεις.

Χειρουργική αντιμετώπιση

Τα ινομυώματα αντιμετωπίζονται κατ' εξοχήν με χειρουργική αφαίρεση-ινομυωματεκτομή. Η επέμβαση αυτή μπορεί να γίνει είτε λαπαροσκοπικά, είτε με ανοικτή τομή στην κοιλιά (λαπαροτομία), είτε σε ορισμένες περιπτώσεις με υστεροσκόπηση. Η μέθοδος εξαρτάται από το μέγεθος και τη θέση των ινομυωμάτων. Ινομυωματεκτομή επιχειρείται σε γυναίκες που επιθυμούν να διατηρήσουν τη μήτρα τους για να βελτιώσουν τη γονιμότητά τους και να αυξήσουν τις πιθανότητες εγκυμοσύνης.

Η λαπαροσκοπική μέθοδος είναι τεχνικά πιο απαιτητική. Το πλεονέκτημα είναι ότι η ασθενής έχει πολύ γρήγορη μετεγχειρητική ανάρρωση και μικρότερες τομές.

Η λαπαροτομία είναι μια κλασσική επεμβατική μέθοδος με το πλεονέκτημα της δυνατότητας αφαίρεσης οποιουδήποτε ινομυώματος σε οποιαδήποτε θέση.

Η υστεροσκόπηση εφαρμόζεται ειδικά για την εξαίρεση των υποβλεννογόνιων ινομυωμάτων. Μια μικρή κάμερα εισάγεται μέσω του τραχήλου στη μήτρα και το ινομύωμα αφαιρείται με διαθερμία ή laser χωρίς τομές και με ελαχιστοποίηση των πιθανών επιπλοκών.

Υστερεκτομή είναι η χειρουργική αφαίρεση της μήτρας. Αναλόγως του μεγέθους της, η υστερεκτομή μπορεί να επιχειρηθεί είτε διακολπικά, είτε διακοιλιακά (με ανοικτή τομή στην κοιλιά, ή λαπαροσκοπικά). Μπορεί να αποτελεί τη μοναδική επιλογή σε ορισμένες σπάνιες περιπτώσεις. Ανεξαρτήτως όμως αυτού, πρέπει να γίνεται σαφές σε οποιαδήποτε γυναίκα που αποφασίζει να προχωρήσει σε επέμβαση ινομυωματεκτομής, ότι αυτή συνοδεύεται από ένα ρίσκο της τάξης του 1%, η επέμβαση να καταλήξει σε υστερεκτομή.

Μια επέμβαση για ινομυώματα δεν έρχεται χωρίς το ρίσκο επιπλοκών. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να συζητώνται τα υπέρ και τα κατά πολύ προσεκτικά και η τελική απόφαση να εξατομικεύεται προς όφελος της κάθε ασθενούς.

Εμβολισμός Μητριαίων αρτηριών

Πρόκειται για μια εναλλακτική μέθοδο μείωσης της αιμάτωσης και κατά συνέπεια του μεγέθους των ινομυωμάτων με επεμβατική ακτινολογική τεχνική. Στη διαδικασία αυτή εισάγεται ένας λεπτός καθετήρας μέσω μιας αρτηρίας στο μηρό και υπό αντινολογική παρακολούθηση επιχειρείται εμβολισμός των αρτηριών που αιματώνουν τη μήτρα. Η επιλογή αυτή μπορεί να είναι κατάλληλη για γυναίκες που δεν επιθυμούν το χειρουργείο, ή για αυτές που δεν είναι καλές υποψήφιες να υποστούν μια μεγάλη επέμβαση. Δεν συνιστάται σε γυναίκες που επιθυμούν να διατηρήσουν τη γονιμότητά τους και προσδοκούν σε μελλοντική εγκυμοσύνη.

Ινομυώματα και εγκυμοσύνη

Τα ινομυώματα κατά των εγκυμοσύνη τα οποία προϋπάρχουν, συνήθως αυξάνονται σε μέγεθος. Η συχνότητα αυτόματης αποβολής είναι αυξημένη σε ασθενείς με ινομυώματα της μήτρας. Καμία θεραπεία δεν ενδείκνυται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή κατά τον τοκετό τα ινομυώματα δυνατόν να προκαλέσουν ανώμαλες θέσεις του εμβρύου, αδράνεια της μήτρας ή μηχανική δυστοκία, φαινόμενα που εξαρτώνται από το μέγεθος, τον αριθμό και την εντόπιση των όγκων. Αιμορραγία της λοχείας εμφανίζεται πιο συχνά σε ινομυωματώδη μήτρα. Η αντιμετώπιση της εγκύου με ινομυώματα θα πρέπει να διαφέρει από την αντιμετώπιση μιας φυσιολογικής περίπτωσης. Η στενή παρακολούθηση αυτής της εγκύου είναι απαραίτητη.

Κολπίτιδα

Τα γεννητικά όργανα της γυναίκας και κατ’ επέκταση ο γυναικείος κόλπος είναι μια από τις πιο ευαίσθητες περιοχές του γυναικείου σώματος. Η περιοχή αυτή δέχεται καθημερινά την επίδραση πολλών παραγόντων, που μπορούν να προκαλέσουν από απλούς ερεθισμούς έως σοβαρές μολύνσεις.

Οι κολπίτιδες είναι ένα από τα συχνότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες σήμερα και ένας από τους συνηθέστερους λόγους που θα επισκεφθούν τον γυναικολόγο τους. Είναι αλήθεια ότι οι κολπίτιδες «ευδοκιμούν» τους μήνες του καλοκαιριού και προσβάλλουν αδιακρίτως, όλες τις γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας. Τα μικρόβια, οι μύκητες και οι ιοί που τις προκαλούν καραδοκούν στην άμμο, στην πισίνα, στο δροσερό θαλασσινό νερό. Κολπίτιδα μπορεί εύκολα να πάθει μια γυναίκα όταν κολυμπά σε μια πισίνα με νερά που δεν φθοριώνονται καλά και δεν αλλάζονται συχνά, καθώς και από την άμμο, σε μια αμφιλεγόμενης καθαρότητας ακτή.

Τι είναι η κολπίτιδα;

Κολπίτιδα ονομάζεται κάθε φλεγμονή που αναπτύσσεται στην περιοχή του κόλπου. Σπάνια υπάρχει μόνο φλεγμονή του κόλπου, συνήθως συνυπάρχει με φλεγμονή του τραχήλου (τραχηλίτιδα) ή και του αιδοίου (αιδοιίτιδα).

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα ποικίλουν ανάλογα με το είδος του μικροοργανισμού που προκαλεί την κολπίτιδα. Είναι όμως δυνατό να απουσιάζουν ή να είναι ασαφή σε τέτοιο βαθμό που η γυναίκα να τα αγνοήσει και η διάγνωση να γίνει κατά την εξέταση για κάποιο άλλο λόγο, ή με το test-Παπανικολάου.

Ο κνησμός (φαγούρα) αποτελεί το πιο συχνό σύμπτωμα και μπορεί να είναι ιδιαιτέρα ενοχλητικός. Άλλα ενοχλήματα περιλαμβάνουν την αύξηση της ποσότητας των κολπικών υγρών και αλλαγές στο χρώμα ή και στην οσμή τους. Μπορεί να συνυπάρχει ερυθρότητα στην περιοχή του αιδοίου και μερικές φορές πόνος ή και αιμορραγία κατά τη σεξουαλική επαφή και ενοχλήματα κατά την ούρηση (αίσθημα καύσου).

Αίτια

Η κολπίτιδα είναι αποτέλεσμα μόλυνσης με παθογόνους μικροοργανισμούς, όπως είναι τα βακτήρια και οι μύκητες, που είτε μεταδίδονται στον κόλπο (με τη σεξουαλική επαφή) είτε βρίσκουν ευκαιρία να αναπτυχθούν εξαιτίας κάποιων καταστάσεων (π.χ. λήψη φαρμάκων, κακή σωματική υγιεινή, διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος, ή ακόμη και έντονες συναισθηματικές καταστάσεις) που προκαλούν διαταραχή της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου.

Τύποι

Ανάλογα με τον υπεύθυνο μικροοργανισμό διακρίνουμε τις εξής κατηγορίες κολπίτιδας:

Τριχομοναδική κολπίτιδα: οφείλεται σε ένα παράσιτο, την τριχομονάδα η οποία υπάρχει σε ένα 20% των γυναικών χωρίς να προκαλεί συμπτώματα. Όταν εμφανισθεί κολπίτιδα παρατηρείται λεπτόρρευστη δύσοσμη έκκριση κιτρινοπράσινου χρώματος, συχνά αφρώδης, που συνοδεύεται από ερυθρότητα και φαγούρα. Τις περισσότερες φορές οι τριχομονάδες μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή, όμως ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, μια γυναίκα μπορεί να μολυνθεί από τουαλέτα ή από χρήση προσωπικών ειδών που έχουν μολυνθεί από πάσχον άτομο.

Μυκητιασική κολπίτιδα: συνήθως είναι υπεύθυνος ο μύκητας Candida albicans και γι’ αυτό ονομάζεται και καντιντίαση. Οι μύκητες είναι μικροοργανισμοί που συχνά υπάρχουν στην φυσιολογική χλωρίδα του κόλπου σε μικρό αριθμό και με τη μορφή σπόρων. Κάτω όμως από κατάλληλες συνθήκες όπως ζέστη, υγρασία, χρήση αντιβιοτικών, σεξουαλική επαφή, κατανάλωση γλυκών, στενά ρούχα, νάϋλον εσώρουχα, ανοσοκατεσταλμένα άτομα κ.α. αναπτύσσονται προκαλώντας ενοχλήσεις. Οι ενοχλήσεις αυτές είναι συνήθως κνησμός, ερυθρότητα και έκκριση λευκών υγρών. Η μυκητίαση είναι συχνά πολύ ενοχλητική και μπορεί να παρουσιάζεται ακόμα και κάθε μήνα. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται αγωγή και στους δύο συντρόφους, η οποία μπορεί να διαρκέσει μέχρι και έξι μήνες. Οι μυκητιασικές κολπίτιδες είναι συχνές σε γυναίκες που πάσχουν από διαβήτη, σε εγκυμονούσες, σε γυναίκες που λαμβάνουν αντιβιοτικά ευρέος φάσματος ή κορτιζόνη, καθώς και σε πάσχουσες από σιδηροπενική αναιμία.

Βακτηριδιακή κολπίτιδα: Ο τύπος αυτός κολπίτιδας οφείλεται σε διάφορους μικροοργανισμούς με συχνότερο την Gardnerella vaginalis που ενοχοποιείται για το 95% των περιπτώσεων. Πάντα, όμως, η βακτηριδιακή κολπίτιδα οφείλεται σε πολλούς ταυτόχρονα μικροοργανισμούς και είναι πολύ συνηθισμένη. Σε πολλές γυναίκες δεν παρουσιάζονται συμπτώματα, σε άλλες όμως το κολπικό έκκριμα είναι λιγοστό, γκριζόλευκο, με δυσάρεστη οσμή ψαριού. Η βακτηριακή κολπίτιδα είναι η πιο συχνή κολπίτιδα και θα πρέπει να θεραπεύεται γιατί μπορεί να προκαλέσει διάφορες επιπλοκές.

Διάγνωση

Αρχικά διαπιστώνεται η φλεγμονή με γυναικολογική εξέταση του κόλπου και εν συνεχεία λαμβάνεται δείγμα των εκκρίσεων (καλλιέργεια κολπικού υγρού) το οποίο θα εξετασθεί στο μικροσκόπιο προκειμένου να προσδιοριστεί αν η κολπίτιδα προκλήθηκε από κάποιο παθογόνο μικρόβιο, μύκητες ή τριχομονάδες. Εφόσον αναγνωρισθεί ο υπεύθυνος μικροοργανισμός θα πρέπει να γίνει test ευαισθησίας, προκειμένου να διαπιστωθεί σε ποια φάρμακα ο μικροοργανισμός αυτός δεν είναι ανθεκτικός και ως εκ τούτου να χορηγηθεί η σωστή φαρμακευτική αγωγή. Η κολπίτιδα είναι συνηθισμένη και επειδή έχει την τάση να υποτροπιάζει είναι ενοχλητική.

Θεραπεία

Η θεραπεία της κολπίτιδας στοχεύει στην καταστροφή των παθογόνων μικροοργανισμών που έχουν αναπτυχθεί στον κόλπο και μπορεί να περιλαμβάνει ενδοκολπικές πλύσεις, αλοιφές, κολπικά υπόθετα ή λήψη αντιβιοτικών φαρμάκων. Η θεραπεία, σε αρκετές περιπτώσεις, θα πρέπει να εφαρμοσθεί και στον ερωτικό σύντροφο προκείμενου να εξαλειφθεί το ενδεχόμενο επαναμόλυνσης.

Επιπλοκές

Μια κολπίτιδα που δεν αντιμετωπίζεται εγκαίρως μπορεί να οδηγήσει σε:

  • Επέκταση της φλεγμονής προς την κοιλότητα της μήτρας και τις σάλπιγγες με ενδεχόμενες διαταραχές στη γονιμότητα της γυναίκας, ενδοκοιλιακά αποστήματα, περιτονίτιδα
  • Μετάδοση στο νεογνό κατά τον τοκετό
  • Αποβολή του εμβρύου ή πρόωρος τοκετός σε περίπτωση μόλυνσης της εγκύου

Πρόληψη

Ο καλύτερος τρόπος για να προλάβετε την κολπίτιδα είναι να προσέχετε την υγιεινή σας, φροντίζοντας σχολαστικά την καθαριότητα της ευαίσθητης περιοχής με ένα καλό αντισηπτικό που δεν διαταράσσει το pΗ του κόλπου ή με ένα ήπιο σαπούνι και άφθονο νερό και να έχετε ασφαλείς σεξουαλικές επαφές.

Ο καθαρισμός της περιοχής θα πρέπει να γίνεται με φορά από τον κόλπο προς τον πρωκτό και όχι αντίθετα, για να αποφεύγεται η μεταφορά μικροβίων από τον πρωκτό προς τον κόλπο. Ο καθαρισμός της περιοχής θα πρέπει να γίνεται και κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως. Καλό είναι να αποφεύγεται η χρήση ταμπόν, ενώ όταν αυτή είναι απαραίτητη να γίνεται συχνή αλλαγή τους (να μην παραμένει πέραν του 8ώρου).

Φυσιολογικά το εσωτερικό του κόλπου αυτοκαθαρίζεται. Μη χρησιμοποιείτε ισχυρά αντισηπτικά και μην κάνετε κολπικές εσωτερικές πλύσεις χωρίς ιατρικό λόγο. Αυτό μπορεί να διαταράξει τη μικροβιακή ισορροπία του κόλπου και να προκαλέσει κολπίτιδα.

Μην εκθέτετε την περιοχή του κόλπου σε υγρασία (ιδρώτας, βρεγμένο μαγιό) ή σε μικρόβια, φορώντας ακατάλληλα εσώρουχα ή χρησιμοποιώντας ξένη πετσέτα. Αποφεύγετε την κολύμβηση σε μολυσμένα νερά.

Τα βαμβακερά εσώρουχα επιτρέπουν στο δέρμα να αερίζεται καλύτερα και για τον ίδιο λόγο να αποφεύγετε τα στενά παντελόνια. Σιδερώνετε οπωσδήποτε τα εσώρουχα. Το σιδέρωμα, με την αύξηση της θερμοκρασίας μπορεί να συμβάλλει στο θάνατο ορισμένων μικροβίων ή μυκήτων.

Προσέχετε στην εκλογή του σεξουαλικού συντρόφου σας. Κατά την σεξουαλική επαφή πρέπει να χρησιμοποιείτε πάντα προφυλακτικό.

Η ενίσχυση της άμυνας του οργανισμού μέσω της σωστής ισορροπημένης διατροφής, αύξησης του ύπνου, κόψιμο του καπνίσματος βοηθάει στην πρόληψή τους. Προσπαθήστε να μην καταναλώνετε συχνά ζάχαρη και γλυκά. Προσθέστε στη διατροφή σας περισσότερα γιαούρτια και προβιοτικά προϊόντα.

Κάνετε τακτικά τεστ Παπανικολάου και επισκεφθείτε το γιατρό σε περίπτωση που παρουσιάσετε συμπτώματα όπως φαγούρα, αύξηση κολπικών υγρών, δυσοσμία ή πόνο στα γεννητικά όργανα.

Μην αφήνετε οποιαδήποτε γυναικολογική κατάσταση να χρονίσει.

Τι πρέπει να κάνω αν έχω κολπίτιδα;

Η εκτίμηση από το γυναικολόγο είναι απαραίτητη, για να αναγνωρισθεί το αίτιο που την προκαλεί και για να χορηγηθεί εφόσον απαιτείται η κατάλληλη θεραπευτική αγωγή.

Δε θα πρέπει να χρησιμοποιούνται φάρμακα χωρίς τις οδηγίες του γυναικολόγου, καθώς η χρήση ακατάλληλων φαρμάκων μπορεί να καθυστερήσει τη διάγνωση και να επιδεινώσει την φλεγμονή.

Συχνά μπορεί να απαιτηθεί η λήψη κολπικών υγρών για εξέταση στο μικροσκόπιο, καλλιέργεια και αντιβιόγραμμα, ώστε να διαπιστωθεί ποιο είναι το μικρόβιο που προκαλεί την κολπίτιδα και να χορηγηθεί η κατάλληλη θεραπεία.

Πρέπει και ο σύντροφός μου να ακολουθήσει κάποια αγωγή;

Σε ορισμένες περιπτώσεις θα απαιτηθεί η χορήγηση θεραπείας και στο σύντροφό σας. Αυτό εξαρτάται από το είδος του παθογόνου που προκάλεσε την κολπίτιδα.

Κύστεις ωοθηκών

Οι Ωοθήκες είναι ένα ζευγάρι οργάνων στο γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα. Βρίσκονται μέσα στην πύελο (λεκάνη) τοποθετημένες δεξιά και αριστερά από τη μήτρα.

Κάθε μία έχει το μέγεθος ενός αμυγδάλου. Παράγουν ωάρια και ορμόνες. Κάθε μήνα κατά τη διάρκεια της περιόδου, ένα ωάριο απελευθερώνεται από την ωοθήκη. Αυτό ονομάζεται ωορρηξία. Το ωάριο μεταναστεύει από την ωοθήκη στη μήτρα δια μέσω της σάλπιγγας.

Οι ωοθήκες είναι η πηγή των γυναικείων ορμονών, οιστρογόνων και προγεστερόνης. Αυτές οι ορμόνες επηρεάζουν την ανάπτυξη του στήθους των δευτερευόντων γυναικείων χαρακτηριστικών (τριχοφυία, φωνή, κατανομή λίπους) και ρυθμίζουν την περίοδο.

Τι είναι οι κύστες ωοθηκών

Στις ωοθήκες μπορούν να δημιουργηθούν διάφορες κύστες.

Λειτουργικές κύστες. Είναι οι πιο συνηθισμένες και δημιουργούνται κατά τον κύκλο. Κάθε μήνα οι γυναικείες ωοθήκες δημιουργούν περίπου 20 κύστες οι οποίες περιέχουν ωάρια. Όταν ένα ωράριο ωριμάσει, η κύστη που το περιέχει, (περίπου 2 cm) σπάει, απελευθερώνοντάς το, ενώ οι υπόλοιπες καταστρέφονται.

  • Ωοθηλακικές κύστες. Είναι οι κύστες που δημιουργούνται αν δεν σπάσει το ωάριο. Αυτές συνήθως εξαφανίζονται μετά από δύο ή τρεις μήνες.
  • Ωχρινική κύστη. Είναι κύστες που δημιουργούνται αν δεν απελευθερωθεί το ωάριο και περιέχουν αίμα. Συνήθως εξαφανίζονται μετά από μερικές εβδομάδες. Άλλες φορές μεγαλώνουν και προκαλούν πόνο η και αιμορραγία.

Ενδομητρίωμα. Αυτές οι κύστες δημιουργούνται μέσα στην ωοθήκη σε γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση. Συνήθως έχουν σοκολατοειδές περιεχόμενο και δεν εξαφανίζονται αν δεν γίνει θεραπεία.

Κυσταδένωμα. Δημιουργούνται από την επένδυση της ωοθήκης. Περιέχουν συνήθως υγρό διαυγές, παχύρρευστο ή ζελατινώδες. Μπορούν μεγαλώνοντας να σπάσουν και να δημιουργήσουν πόνο.

Πολυκυστικές ωοθήκες. Δημιουργούνται πολλαπλά ωοθηλάκια (κύστες που περιέχουν ωάρια) που όμως δεν ωριμάζουν σε κάθε κύκλο για να σπάσουν. Έτσι συσσωρεύονται με το χρόνο και δημιουργούν πολλαπλές μικρές κύστες στις ωοθήκες.
Αυτές είναι οι πιο συχνές κύστες ωοθηκών.

Συμπτώματα που δημιουργούν

Τις περισσότερες φορές οι κύστες ωοθηκών δεν δημιουργούν συμπτώματα. Ανευρίσκονται κατά τον συνήθη γυναικολογικό έλεγχο. Άλλες φορές μπορούν να δημιουργήσουν:

  • Πίεση, βάρος η πόνο χαμηλά στην κοιλιά
  • Συχνοουρία, από πίεση που ασκούν στην ουροδόχο κύστη
  • Πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή
  • Πόνο στην περίοδο

Οι κύστες ωοθηκών μπορούν να συστραφούν ή να σπάσουν. Τότε δημιουργούν έντονα συμπτώματα και είναι επικίνδυνες για τη ζωή.

Αν έχετε τα παρακάτω συμπτώματα θα πρέπει οπωσδήποτε να ζητήσετε άμεσα βοήθεια:

  • Έντονο πόνο χαμηλά στην κοιλιά, με πυρετό, εμετό, ιδρώτα, ατονία, ζαλάδα, αδυναμία και γρήγορη αναπνοή.

Διάγνωση

Οι κύστες που δεν δημιουργούν συμπτώματα ανευρίσκονται συνήθως κατά τη γυναικολογική εξέταση.

Το υπερηχογράφημα μάς δείχνει τον αριθμό (μία ή πολλές), τη θέση, το μέγεθος, και το περιεχόμενο (διαυγές, αιματηρό, παχύρρευστο, μικτό). Έτσι μας δίνει τη διάγνωση ή την υποψία για την διαφορική διάγνωση της κύστης.

Θεραπεία

Η θεραπεία μιας κύστης ωοθήκης είναι ανάλογη της διάγνωσης.

Αναμονή. Οι λειτουργικές κύστες ωοθηκών συνήθως εξαφανίζονται μόνες τους μετά από λίγες εβδομάδες. Το επαναληπτικό υπερηχογράφημα θα μας δείξει την πορεία τους.

Αντισυλληπτικά. Σε περίπτωση που παραμένουν ή αυξάνουν σε μέγεθος ή αριθμό, χρησιμοποιούμε ορμονική θεραπεία. Γυναίκες που δημιουργούν συχνά κύστες στις ωοθήκες ή έχουν πολυκυστικές ωοθήκες λαμβάνουν αντισυλληπτικά δισκία για πρόληψη.

Χειρουργικά αφαιρούμε τις κύστες που παραμένουν, γίνονται μεγαλύτερες, περισσότερες ή έχουν περίεργη υφή στο υπερηχογράφημα και δημιουργούν πόνο. Υπάρχουν δύο χειρουργικές μέθοδοι για την αφαίρεση των κυστών.

Λαπαροσκοπικά και Λαπαροτομικά.

  • Λαπαροσκοπικά αφαιρούνται οι κύστες που είναι μικρές και έχουν καλή όψη
  • Λαπαροτομικά αφαιρούνται οι κύστες που είναι μεγαλύτερες και υπάρχει υποψία για κακοήθεια.

Ουρολοίμωξη

Η ουρολοίμωξη είναι η συχνότερη λοίμωξη της γυναίκας. Υπολογίζεται ότι μία στις δύο γυναίκες θα περάσει κάποιο επεισόδιο έντονης δυσουρίας (πόνο και καύσος κατά την ούρηση). Η ουρολοίμωξη συμβαίνει σε όλες τις ηλικίες της γυναίκας, εντούτοις η αιτιολογία διαφέρει στις προ- και στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Αν και τις περισσότερες φορές δεν είναι επικίνδυνη, τα συμπτώματα που προκαλεί μπορεί να είναι πολύ ενοχλητικά για τη γυναίκα. Μάθετε πως προλαμβάνεται και πως αντιμετωπίζεται η ουρολοίμωξη.

Τι είναι η ουρολοίμωξη;

Ουρολοίμωξη καλείται κάθε λοίμωξη που προσβάλλει κάποιο τμήμα του ουροποιητικού συστήματος. Φυσιολογικά τα ούρα είναι στείρα μικροβίων δηλαδή δεν περιέχουν μικροοργανισμούς. Όταν όμως μικροοργανισμοί εισέλθουν στο ουροποιητικό σύστημα τότε μπορούν να πολλαπλασιαστούν και να προκαλέσουν λοιμώξεις.

Τι είναι η κυστίτιδα;

Ως κυστίτιδα ορίζεται η φλεγμονή της ουροδόχου κύστεως. Η ουρηθρίτιδα είναι η λοίμωξη η οποία αφορά μόνον την ουρήθρα, δηλαδή τη σωλήνα που ενώνει την κύστη με το εξωτερικό του σώματος. Συχνά η ουρηθρίτιδα και η κυστίτιδα συνυπάρχουν και τότε ονομάζονται λοίμωξη του κατώτερου ουροποιητικού ή ουρολοίμωξη. Η λοίμωξη στο ανώτερο ουροποιητικό σύστημα που αφορά τους νεφρούς λέγεται πυελονεφρίτιδα.

Πόσο συχνή είναι η ουρολοίμωξη και πώς προκαλείται;

Η ουρολοίμωξη αποτελεί συχνό πρόβλημα. Υπολογίζεται ότι μία στις δύο γυναίκες θα περάσει κάποιο επεισόδιο έντονης δυσουρίας (πόνο και καύσος κατά την ούρηση) οι μισές εκ των οποίων πάσχουν από βακτηριακή ουρολοίμωξη. Περίπου το 2-5% των ιατρικών επισκέψεων στο γυναικολόγο αφορά λοιμώξεις του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος. Στο 90% των περιπτώσεων τα συμπτώματα υποχωρούν χωρίς επιπλοκές, αλλά οι υποτροπές είναι αρκετά συχνές. Τα συνηθέστερα βακτήρια που εμπλέκονται στην ουρολοίμωξη είναι το κολοβακτηρίδιο (Escherichia Coli, περίπου στο 80%), ο σταφυλόκοκκος (Staphylococcus saprophyticus), η Κλεμπσιέλα, το εντεροβακτήριο και ο πρωτέας.

Ποια τα συμπτώματα της ουρολοίμωξης;

Τα πρώιμα συμπτώματα της ουρολοίμωξης είναι η δυσουρία, δηλαδή πόνος κατά την ούρηση, η έπειξη προς ούρηση (ανάγκη για άμεση ούρηση) και η συχνοουρία. Οι μισές ασθενείς εμφανίζουν πυρετό, ρίγος, άλγος χαμηλά στη ράχη, ναυτία ή γενική αδιαθεσία. Αυτά τα συμπτώματα υποδηλώνουν την εξάπλωση της νόσου στο ανώτερο ουροποιητικό σύστημα (πυελονεφρίτιδα).

Ποιοι οι παράγοντες κινδύνου της ουρολοίμωξης;

Παράγοντες που ευνοούν την εμφάνισή της είναι η ελλιπής ενυδάτωση του οργανισμού (κυρίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες), η υπερβολική χρήση τοπικών αντισηπτικών, οι κακές συνθήκες υγιεινής, η έκθεση σε μολυσμένα νερά, η εγκυμοσύνη, η σεξουαλική επαφή, η χρήση αντισυλληπτικών μεθόδων φραγμού. Επίσης η παραμονή με βρεγμένα μαγιό στη παραλία, προκαλεί λόγω του ψύχους αγγειοσύσπαση στα αγγεία της ευαίσθητης περιοχής και ενισχύει την ανάπτυξη των μικροβίων. Άλλοι παράγοντες κινδύνου αφορούν στις ανατομικές ανωμαλίες και τις πέτρες στα νεφρά. Οι εμμηνοπαυσιακές γυναίκες πρέπει να ελέγχονται για σακχαρώδη διαβήτη.

Πώς θεραπεύεται η ουρολοίμωξη;

Οι ουρολοιμώξεις παρά τα «θορυβώδη» συμπτώματά τους αντιμετωπίζονται σχετικά εύκολα με σύντομη χορήγηση αντιβιοτικών.

Οι περισσότερες λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος που προκαλούνται από βακτήρια αντιμετωπίζονται με αντιβιοτικά. Ο γιατρός θα κρίνει ποιο είναι το κατάλληλο αντιβιοτικό και τη διάρκεια της θεραπείας, ανάλογα με το ιστορικό του ασθενή, το είδος του μικροβίου και το αντιβιόγραμμα. Η τακτική λήψη αντιβιοτικών δίχως τη καθοδήγηση του ιατρού αποτελεί την ιδανική «συνταγή» για τη δημιουργία στελεχών ανθεκτικών στα αντιβιοτικά και στις υποτροπές της ουρολοίμωξης. Σε κάποιες περιπτώσεις όπου συνυπάρχει κάποια πάθηση στο ουροποιητικό, όπως λίθος, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και το αίτιο σε δεύτερο χρόνο.

Ποια τα μέτρα πρόληψης της ουρολοίμωξης;

Για την πρόληψή της συστήνεται να πίνετε άφθονο νερό και να επισκέπτεστε συχνά την τουαλέτα (ιδίως μετά την ερωτική επαφή), ώστε να απομακρύνονται από τον οργανισμό τα μικρόβια πριν εγκατασταθούν στην ουροδόχο κύστη. Επίσης να αποφεύγετε τη κατανάλωση των πολύ αλμυρών τροφίμων. Φροντίστε, ακόμα, την υγιεινή της ευαίσθητης περιοχής -χωρίς υπερβολές- και συνηθίστε να σκουπίζεστε από εμπρός προς τα πίσω. Στα μέτρα πρόληψης περιλαμβάνονται και φαρμακευτικά σκευάσματα που περιέχουν εκχυλίσματα cranberries.

Ποια η πρόγνωση της ουρολοίμωξης;

Η πρόγνωση σε μη-επεπλεγμένες ουρολοιμώξεις είναι άριστη. Συνηθέστερα τα συμπτώματα υποχωρούν σε ένα-δύο 24-ωρα, παίρνοντας υγρά ή φάρμακα από το στόμα δίχως να απαιτείται νοσηλεία. Σε βαριές λοιμώξεις με πυρετό, συνήθως χρειάζεται νοσηλεία σε νοσοκομείο για ενδοφλέβια αγωγή και ενυδάτωση. Ειδικά αν βρεθεί πυελονεφρίτιδα και διαγνωστεί αίτιο που εμποδίζει τη ροή των ούρων προς την κύστη, ο γιατρός θα συστήσει ειδική αντιμετώπιση.

Ουρολοίμωξη κατά την κύηση

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης η πιθανότητα ουρολοίμωξης αυξάνεται. Στο 1ο τρίμηνο η επίδραση των ορμονών της κύησης ελαττώνει το ρυθμό περίσταλσης (προώθησης) των ούρων στους ουρητήρες, ενώ στο 3ο τρίμηνο αλλάζει η ανατομία της ουροδόχου κύστης λόγω της συμπίεσης από τη κεφαλή του εμβρύου. Τα μέτρα πρόληψης είναι ίδια με αυτά στις μη εγκύους. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να παίρνετε φάρμακα χωρίς συνταγή γιατρού, γιατί μερικά αντιβιοτικά δεν είναι ασφαλή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Κολποσκόπηση

Κολποσκόπηση είναι η επισκόπηση του δέρματος και των βλεννογόνων του κατώτερου γεννητικού συστήματος της γυναίκας, με τη χρήση κολποσκοπίου. Το κολποσκόπιο είναι μικροσκόπιο χαμηλής ισχύος, που παρέχει πολύ δυνατό φωτισμό και πολλαπλές μεγεθύνσεις.

H συνήθης ένδειξη για κολποσκόπηση είναι η ανεύρεση παθολογικών κυττάρων στο τεστ Παπανικολάου. Άλλες ενδείξεις είναι: ο έλεγχος ολόκληρου του κατώτερου γεννητικού συστήματος της γυναίκας για την ανεύρεση προκαρκινικών αλλοιώσεων, ο προεγχειρητικός σχεδιασμός και η μετεγχειρητική παρακολούθηση (μετά από επέμβαση για HSIL ή καρκίνο).

Αν ο θεράπων ιατρός το κρίνει σκόπιμο, γίνεται λήψη βιοψιών. Με βάση κάποια μορφολογικά χαρακτηριστικά που υπάρχουν στην επιφάνεια του επιθηλίου, εντοπίζονται οι αλλοιώσεις και επιλέγεται η πιο ύποπτη περιοχή για λήψη βιοψίας. Οι βιοψίες γίνονται με ειδικές λαβίδες και δεν πονάνε. Το τμήμα του ιστού που λαμβάνεται, αποστέλλεται στο εργαστήριο για ιστολογική εξέταση.

Ο έλεγχος για την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου (είτε με τη διενέργεια του τεστ Παπανικολάου είτε με τον έλεγχο ανίχνευσης του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων - HPV) είναι πολύ σημαντικός για τη διατήρηση της υγείας της κάθε γυναίκας. Εάν τα αποτελέσματα του τεστ παπ ή του HPV παρουσιάσουν κάποια ανωμαλία τότε συστήνεται περαιτέρω έλεγχος προκειμένου να επιβεβαιωθεί το αποτέλεσμα και να καθοριστεί η βαρύτητα της βλάβης. Η κολποσκόπηση είναι εκείνη η εξέταση που συστήνεται συνήθως σε περίπτωση υποψίας καρκίνου τραχήλου και επιτρέπει στο γιατρό να εξετάσει τον τράχηλο με μεγέθυνση. Η κολποσκόπηση, η οποία είναι καθαρά εξέταση παρατήρησης υπό μεγέθυνση, αφού προηγουμένως τοποθετηθούν κάποια διαλύματα στον τράχηλο προκειμένου να χαρτογραφηθούν οι παθολογικές περιοχές, μπορεί ή όχι να συνδυαστεί με λήψη τεμαχιδίου ιστού από τον τράχηλο (βιοψία) προκειμένου να γίνει ιστολογική διάγνωση της βλάβης.

Δεν θα χρειαστούν όλες οι γυναίκες θεραπευτική παρέμβαση, με ένα παθολογικό τεστ Παπανικολάου. Η κολποσκόπηση, με ή χωρίς λήψη βιοψίας, θα καθορίσει εάν και πότε χρειάζεται θεραπεία.

Η κολποσκόπηση χρησιμοποιείται ως το επόμενο βήμα στη διαγνωστική προσπέλαση ενός παθολογικού τεστ Παπανικολάου, μετά από ένα θετικό τεστ ανίχνευσης HPV λοίμωξης καθώς και σε περιπτώσεις όπου κατά την τυπική γυναικολογική εξέταση παρατηρηθούν ορατές βλάβες με γυμνό μάτι στον τράχηλο, στον κόλπο ή στο αιδοίο. Το τεστ Παπανικολάου είναι παθολογικό όταν υπάρχουν προκαρκινικές αλλοιώσεις ή καρκίνος του τραχήλου, που συνήθως προκαλούνται από λοίμωξη από τον ιό HPV. Το κολποσκόπιο μεγεθύνει την εικόνα του τραχήλου. Μετά την τοποθέτηση διαλύματος οξεικού οξέος χρωματίζονται “λευκάζουσες” οι παθολογικές περιοχές και καθορίζεται η θέση, το μέγεθός τους και η πιθανή διάγνωση, η οποία επιβεβαιώνεται με τη λήψη βιοψίας.

Σημαντικά σημεία της Κολποσκόπησης

  • Η κολποσκόπηση γίνεται όπως μία απλή γυναικολογική εξέταση με τη χρήση μεγεθυντικού φακού που παρέχει το κολποσκόπιο το οποίο δεν αγγίζει την γυναίκα.
  • Η κολποσκόπηση μπορεί να γίνει σε οποιαδήποτε φάση του κύκλου εκτός και αν υπάρχει έντονη κολπική αιμορραγία, οπότε συνήθως πρέπει να αναβληθεί.
  • Πρέπει να αποφεύγεται η χρήση κολπικών κρεμών πριν την κολποσκόπηση.
  • Η κολποσκόπηση είναι ασφαλής εξέταση στη διάρκεια της κύησης.
  • Η κολποσκόπηση διαρκεί περίπου 5-10 λεπτά.
  • Η κολποσκόπηση είναι ανώδυνη.
  • Κατά τη διάρκειά της κολποσκόπησης χρησιμοποιείται διάλυμα οξεικού οξέος το οποίο μπορεί να προκαλέσει ένα αίσθημα κρύου ή ελαφρού καψίματος αλλά δεν πονάει.
  • Εάν χρειαστεί να ληφθεί βιοψία τότε αυτή διενεργείται συνήθως χωρίς αναισθησία και το συχνότερο αίσθημα μετά από αυτή τη διαδικασία είναι ένα αίσθημα «κράμπας» που μιμείται την περίοδο.
  • Μπορεί μετά τη βιοψία να τοποθετηθεί ένα αιμοστατικό διάλυμα το οποίο έχει καφέ - κίτρινο χρώμα.
  • Μετά από λήψη βιοψίας συνιστάται η αποφυγή των επαφών και η χρήση ταμπόν ή ενδοκολπικών κρεμών για 48 ώρες μετά τη διαδικασία.

Τραχηλιτιδα

Η τραχηλίτιδα είναι η φλεγμονή του τραχήλου (του κατώτατου τμήματος της μήτρας που συνδέει το σώμα της μήτρας με τον κόλπο). Η φλεγμονή αυτή μπορεί να είναι οξεία ή χρόνια, και μπορεί να οφείλεται σε κάποιο μικροβιακό παράγοντα (μύκητα, βακτήριο) ή να είναι αγνώστου αιτιολογίας.

Τι είναι η τραχηλίτιδα;

Η τραχηλίτιδα είναι η φλεγμονή του τραχήλου (του κατώτατου τμήματος της μήτρας που συνδέει το σώμα της μήτρας με τον κόλπο). Η φλεγμονή αυτή μπορεί να είναι οξεία ή χρόνια, και μπορεί να οφείλεται σε κάποιο μικροβιακό παράγοντα (μύκητα, βακτήριο) ή να είναι αγνώστου αιτιολογίας.

Πού οφείλεται η τραχηλίτιδα;

Η πιο συνήθης αιτιολογία της τραχηλίτιδας είναι η μόλυνση με κάποιο μικροβιακό παράγοντα. Η μόλυνση αυτή μπορεί να προέλθει είτε μετά από σεξουαλική επαφή (π.χ χλαμύδια, γονόρροια), είτε μετά από την τοποθέτηση ενδομητρίου σπειράματος (σπιράλ) ή διαφράγματος, είτε παρατεταμένη χρήση ενδοκολπικού ταμπόν. Παράγοντες κινδύνου αποτελούν η παρουσία πολλαπλών ερωτικών συντρόφων ή ο τραυματισμός του τραχήλου μετά τον τοκετό. Στις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες η τραχηλίτιδα σχετίζεται και με την έλλειψη των οιστρογόνων.

Ποια τα συμπτώματα της τραχηλίτιδας;

Η τραχηλίτιδα συχνά είναι ασυμπτωματική, δηλαδή δεν παρουσιάζει κανένα απολύτως σύμπτωμα και διαπιστώνεται τυχαία κατά τον έλεγχο με test Παπανικολάου. Όταν υπάρχουν συμπτώματα, αυτά είναι τα ακόλουθα:

  • Επίμονη και ασυνήθιστη κολπόρροια (κολπικά υγρά).
  • Αιμορραγία ιδιαίτερα μετά από σεξουαλική επαφή.
  • Δυσπαρεύνια (πόνος κατά την σεξουαλική επαφή).
  • Συχνοουρία.
  • Καύσος ή κνησμός στον κόλπο ή το αιδοίο.

Πώς τίθεται η διάγνωση της τραχηλίτιδας;

Η τραχηλίτιδα διαγιγνώσκεται με την γυναικολογική εξέταση. Ο ιατρός με την εμπειρία του μπορεί να διαπιστώσει την τραχηλίτιδα, και να την επιβεβαιώσει με τη λήψη επιχρίσματος για κυτταρολογική εξέταση (Test – ΠΑΠ) ή καλλιέργεια στο εργαστήριο στο οποίο είναι δυνατό να προσδιοριστεί ο αιτιολογικός παράγοντας. Αρκετές φορές χρειάζεται να ληφθεί κάποιο μικρό τεμάχιο της φλεγμαίνουσας περιοχής για βιοψία προκειμένου να αποκλειστεί η πιθανότητα κακοήθειας.

Ποια η θεραπεία της τραχηλίτιδας;

Το αρχικό σχήμα θεραπείας αποτελούν κοινά αντιβιοτικά (αντιμυκητιασικά – αντιβακτηριακά), τα οποία συχνά χορηγούνται για διαστήματα 2-3 εβδομάδων μέχρι να επιτύχουν τον καθαρισμό του τραχήλου από τα μικρόβια. Εάν τα φάρμακα αυτά αποτύχουν, και εφόσον έχει αποκλειστεί η πιθανότητα κακοήθειας μπορεί να ακολουθήσει θεραπεία με κάποια χειρουργική μικροεπέμβαση, κατά την οποία καυτηριάζονται τα τραχηλικά κύτταρα και υποχωρούν τα κλινικά συμπτώματα. Τέτοιες επεμβάσεις είναι οι ακόλουθες:

  • Διαθερμία (Loop Electrosurgical Excision Procedure - LEEP).
  • Κρυοπηξία.
  • Θεραπεία με laser.

Ποια η πρόγνωση με θεραπεία;

Στη πλειοψηφία των περιπτώσεων η τραχηλίτιδα υποχωρεί συντηρητικά με κολπικές πλύσεις με κάποιο ανισηπτικό σαπούνι ή με ταυτόχρονη χορήγηση αντιβιοτικού. Σημειώνεται ότι εάν η τραχηλίτιδα οφείλεται σε σεξουαλικώς μεταδιδόμενα μικρόβια η φαρμακευτική αγωγή πρέπει να λαμβάνεται τόσο από τη γυναίκα όσο και από τον ερωτικό της σύντροφο. Σοβαρότερες περιπτώσεις μπορεί να επιμένουν μήνες μετά την ολοκλήρωση της συντηρητικής θεραπείας, οπότε μπορεί να χρειαστεί καυτηριασμός.

Ποια τα μέτρα πρόληψης της τραχηλίτιδας;

Η ώριμη σεξουαλική συμπεριφορά μπορεί να μειώσει την πιθανότητα μόλυνσης του τραχήλου. Μελέτες έχουν δείξει ότι γυναίκες με πρώιμη έναρξη της σεξουαλικής ζωής και γυναίκες με πολλούς ερωτικούς συντρόφους έχουν μεγαλύτερα ποσοστά τραχηλίτιδας. Επιπλέον η συστηματική χρήση του κοινού προφυλακτικού αποτελεί αποτελεσματική προστασία για τους περισσότερους αιτιολογικούς παράγοντες της τραχηλίτιδας.

Η ενίσχυση της άμυνας του κόλπου που επιτυγχάνεται με τις παρακάτω μεθόδους μπορεί να αποτρέψει τη λοίμωξη:

  • Υγιεινή ζωή με καλή διατροφή και ανάπαυση
  • Περιορισμός του καπνίσματος
  • Αποφυγή της υπερβολικής χρήσης αντισηπτικών στη γεννητική περιοχή
  • Χρήση σκευασμάτων που περιέχουν γαλακτοβάκιλους

Υδροσάλπιγγες

Προβλήματα στις σάλπιγγες

Πολύ συχνά το αίτιο της υπογονιμότητας εντοπίζεται στις σάλπιγγες. Η δυσλειτουργία των κροσσών μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα να μην μπορούν να καθοδηγήσουν το ωάριο μέσα στις σαλπιγγες. Συμφύσεις γύρω από την σάλπιγγα μπορεί να την παραμορφώσουν, ή να μειώσουν κινητικότητά της, ή να διαταράξουν τη φυσιολογική ανατομική σχέση σαλπιγγας-ωοθήκης, έτσι ώστε να επηρεάσουν δυσμενώς την ικανότητά της να συλλέξει το ωάριο. (Oι σαλπιγγικές συμφύσεις λύνονται με λαπαροσκόπηση). Βλάβη στα κύτταρα που επενδύουν το εσωτερικό των σαλπιγγων μπορεί να εμποδίσει τα σπερματοζωάρια να φτάσουν το ωάριο ή να εμποδίσουν την γονιμοποίηση.

Aπόφραξη των σαλπιγγων μπορεί επίσης να εμποδίσει το σπέρμα να φτάσει το ωάριο, είτε το ωάριο να κατέβει προς την μήτρα, αυξάνοντας την πιθανότητα εξωμητριας κυησης.

Οι περισσότερες γυναίκες δε θα συνειδητοποιήσουν ότι έχουν πρόβλημα στις σάλπιγγες, μέχρι να ελεγχθούν για γονιμότητα. Κάποιες όμως μπορεί να έχουν έντονους πόνους περιόδου, ανώμαλο κύκλο, ή πόνους στην οσφυϊκή χώρα.

Αίτια :Λοίμωξη

Είναι η συνηθέστερη αιτία προβλημάτων στις σάλπιγγες, ειδικά όταν η λοίμωξη δεν αντιμετωπιστεί άμεσα, ή δεν αντιμετωπιστεί επαρκώς. Προηγούμενες μολύνσεις της οσφυϊκής χώρας. Σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες όπως χλαμύδια ή γονόρροια. Διασπορά της λοίμωξης από εσωτερικά όργανα όπως απο σκωληκοειδίτιδα. Μετά από έκτρωση, αποβολή ή τοκετό, μία λοίμωξη ίσως επεκταθεί στις σάλπιγγες.

Ιστορικο εγχείρησεων

Οποιαδήποτε εγχείρηση στις σάλπιγγες, τις ωοθήκες ή την μήτρα μπορεί να προκαλέσει συγκολλήσεις. Κάποιες φορές και εγχειρήσεις στην κοιλιακή χώρα μπορεί να επηρεάσουν τις σάλπιγγες.

Προηγούμενες έξωμητριες κυησεις

Μπορεί να προκαλέσουν ζημιά στις σάλπιγγες.

Συγγενείς ανωμαλίες

Δυσμορφία των σάλπιγγως.

Ενδομητρίωση

Μπορεί να προκαλέσει ζημιά στις σάλπιγγες, συγκολλήσεις και κάποιες φορές απόφραξη στις σαλπιγγες(πολυ σπανια).

Υδροσάλπιγγες

Η πάθηση αυτή αναφέρεται σε παγιδευμένο υγρό μέσα στις σάλπιγγες, λόγω παλαιοτέρων φλεγμονών. Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να αποκατασταθεί χειρουργικά, αλλιώς πρέπει να γίνει εξωσωματική γονιμοποίηση. Υπάρχουν ενδείξεις ότι οι υδροσάλπιγγες μειώνουν τις πιθανότητες επιτυχίας και αυξάνουν την πιθανότητα αποβολής. Για τους λόγους αυτούς πολλοί γιατροί συμβουλεύουν αφαίρεση ή απολινωση των υδροσάλπιγγων.

Η σημασία της υδροσάλπιγγας στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή

Η εξωσωματική γονιμοποίηση εφαρμόζεται για την αντιμετώπιση γυναικών με σαλπιγγικό παράγοντα και ειδικότερα σε υδροσάλπιγγες. Βρέθηκε όμως, ότι σε σοβαρού βαθμού απόφραξη του κωδωνικού στομίου της σάλπιγγας το ποσοστό κυήσεων μειώνεται σημαντικά, γεγονός που δεν συμβαίνει σε άλλου είδους παθήσεις των σαλπίγγων, διαφόρου αιτιολογίας.

  • Ο Sims και συν. (1993) ανέφερε ελαττωμένο ποσοστό κλινικών κυήσεων και αυξημένο ποσοστό αποβολών σε γυναίκες με υδροσάλπιγγες, συγκρινόμενο με εκείνο άλλου τύπου παθήσεων των σαλπίγγων.
  • Ο Strandell και οι συν. 1994, βρήκε ότι γυναίκες με ετερόπλευρη ή αμφοτερόπλευρη υδροσάλπιγγα είχαν σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό κυήσεων από ότι γυναίκες με αλλοιώσεις των σαλπίγγων χωρίς όμως απόφραξη του τελικού τους τμήματος. Το ποσοστό κυήσεων ήταν 13% σε γυναίκες με υδροσάλπιγγες, ενώ σε γυναίκες με ελαφρού βαθμού βλάβη των σαλπίγγων το ποσοστό ανήρχετο στο 26%. Οι συγγραφείς υπέθεσαν ότι η σαλπιγγεκτομή ή η σαλπιγγοστομία πιθανώς να αύξαναν το ποσοστό κυήσεων.
  • Ο Andersen και οι συν. (1994) διέγνωσαν υπερηχογραφικά υδροσάλπιγγες και βρήκαν ποσοστό κυήσεων 22% με IVF, συγκρινόμενο σε 36% με παθήσεις των σαλπίγγων άλλης αιτιολογίας. Το ποσοστό αποβολών ήταν 70% σε υδροσάλπιγγες και 36% στην άλλη ομάδα.
  • Ο Vandrome και οι συν. (1995) επιβεβαίωσαν τα ευρήματα των προηγούμενων συγγραφέων με ποσοστό κυήσεων 10% στην ομάδα των γυναικών με υδροσάλπιγγες και 23% στην άλλη ομάδα.
  • O Vejtrorp και οι συν. το 1995 σε μια πολυκεντρική μελέτη στη Δανία, μελέτησαν 104 γυναίκες με υδροσάλπιγγες και 125 με άλλες παθολογικές καταστάσεις και απέδειξαν ότι το ποσοστό κυήσεων ήταν σημαντικά ελαττωμένο στην ομάδα των υδροσαλπίγγων (6% με 23% αντίστοιχα). Επίσης παρατήρησαν ότι η καθυστέρηση της εφαρμογής της IVF σε γυναίκες με υδροσάλπιγγα ελάττωνε την πιθανότητα συλλήψεως.
  • Ο Fleming και οι συν. το 1996 σε μία αναδρομική μελέτη 79 γυναικών με υδροσάλπιγγες φλεγμονώδους αιτιολογίας απέδειξαν ότι η επιτυχία της IVF επηρεάζεται σημαντικά σε αυτές τις γυναίκες. Οι συγγραφείς πρότειναν σαλπιγγεκτομή ή σαλπιγγοστομία για βελτίωση των αποτελεσμάτων της IVF.
  • Μια πρόσφατη μελέτη από τον Katz και τους συνεργάτες του το 1966 σε 846 γυναίκες με πάθηση των σαλπίγγων το ποσοστό κυήσεων ήταν 17% στις υδροσάλπιγγες συγκρινόμενο με 37% στις άλλες παθήσεις των σαλπίγγων. Η μελέτη αυτή περιλαμβάνει 1.766 κύκλους και θεωρείται η μεγαλύτερη αναδρομική μελέτη η οποία αποδεικνύει την ελάττωση του ποσοστού εμφύτευσης και κύησης στην παρουσία υδροσάλπιγγας.
  • Ο Freeman και οι συν. το 1996 συμφωνούν με τα προηγούμενα αποτελέσματα των άλλων ερευνητών με αντίστοιχα ποσοστά 15% σε υδροσάλπιγγες και 29% σε παθήσεις άλλης αιτιολογίας. Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι οι υδροσάλπιγγες δεν επηρεάζουν μόνο το ποσοστό εμφύτευσης αλλά και την ποιότητα των ωαρίων.
  • Η παρουσία υδροσάλπιγγας επηρεάζει το ποσοστό εμφύτευσης του γονιμοποιημένου ωαρίου και σε μη διεγερμένους κύκλους (Akman, 1996).
  • Η υδροσάλπιγγα επίσης προδιαθέτει για ανάπτυξη έκτοπης κύησης σε IVF. Άλλωστε η πρώτη ανθρώπινη κύηση το 1977 από τον Edwards και τον Steptoe ήταν σαλπιγγική έκτοπη κύηση. Ο Zouvres και συν. το 1991 σε 891 κύκλους σε γυναίκες με απόφραξη των σαλπίγγων ανέφεραν ποσοστό έκτοπης κύησης 12%. Για το λόγο αυτό πρότειναν κλείσιμο του μητριαίου τμήματος της σάλπιγγας με διατομή, clip ή καυτηρίαση με CO2 λέιζερ ή διαθερμία.
  • Ο Sharana και οι συνεργάτες του (1966) μελέτησαν 63 ασθενείς με υδροσάλπιγγες και 60 χωρίς, ανευρίσκοντας τις ασθενείς με θετικούς τίτλους αντισωμάτων των χλαμυδίων. Η χορήγηση αντιβιοτικών σε ασθενείς με υδροσάλπιγγες και θετικούς τίτλους πριν την εξωσωματική γονιμοποίηση δεν τροποποίησε το αποτέλεσμα.
  • Συμπερασματικά, η IVF σε ασθενείς με υδροσάλπιγγες εμφανίζει χαμηλότερο ποσοστό κυήσεων (10%), αυξημένο κίνδυνο έκτοπης κύησης, μεγαλύτερο ποσοστό φλεγμονών μετά την αναρρόφηση του σαλπιγγικού υγρού υπερηχογραφικά, όπως και αυξημένο ποσοστό αποβολών.

Παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν την εμφύτευση σε υδροσάλπιγγες

Υπάρχουν ποικίλοι παράγοντες που επηρεάζουν το ποσοστό εμφύτευσης του γονιμοποιημένου ωαρίου μετά την εξωσωματική γονιμοποίηση. Ένας σημαντικός παράγων, αδιευκρίνιστος ακόμη, είναι το περιβάλλον της κοιλότητος της μήτρας και ο μηχανισμός με τον οποίο το υγρό της υδροσάλπιγγας διαταράσσει την υποδεκτικότητα του ενδομητρίου.

Οι προτεινόμενοι μηχανισμοί με τους οποίους η παρουσία υδροσάλπιγγας μπορεί να υπεισέρχεται στην ελάττωση της επιτυχίας εμφύτευσης είναι:

  1. η παλινδρόμηση του υδροσαλπιγγικού υγρού στη κοιλότητα της μήτρας (Mansour και συν. 1991)
  2. η ανεπανόρθωτη καταστροφή του ενδομητρίου, συγχρόνως με την οξεία φάση της φλεγμονής της σάλπιγγος (Strandel, 1994)
  3. η απελευθέρωση από την ενδομητρική κοιλότητα κυτοκινών, προσταγλανδινών, λευκοτριενών και άλλων φλεγμονωδών στοιχείων κατευθείαν στο ενδομήτριο ή δια μέσου της αιματικής και λεμφικής κυκλοφορίας (Orvieto, 1994)
  4. η διαταραχή της Ιντεγκρίνης (Lessey, 1994)
  5. η καθυστερημένη ανταπόκριση στην αύξηση παραγωγής της α-57-Kda Heat-Stock πρωτείνης, η οποία οδηγεί σε αποβολές (Witkin, 1994)
  6. η χρόνια ενδομητρίτιδα, προκαλούμενη κυρίως από χλαμύδια. 41% των ενδομητρικών βιοψιών από ασυμπτωματικές γυναίκες με πιθανό κίνδυνο φλεγμονής από χλαμύδια ήταν θετικές (Jones, 1986)

Πιστεύεται ότι το υγρό της υδροσάλπιγγας μεταφέρεται κατευθείαν στην ενδομητρική κοιλότητα επηρεάζοντας με την τοξικότητά του το ενδομήτριο και το έμβρυο. Πιθανολογείται ότι το υγρό των παθολογικών σαλπίγγων περιέχει μικροοργανισμούς, υπολείμματα κατεστραμμένων κυττάρων, λεμφοκύτταρα και άλλες τοξικές ουσίες, η δε ροή του εντός της μήτρας έχει καταστροφικό αποτέλεσμα στο ενδομήτριο και στο γονιμοποιημένο ωάριο.

  • Ο Hill και οι συν. το 1986 απέδειξαν ότι οι υδροσάλπιγγες διατείνονται κατά την διέγερση των ωοθηκών στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή αυξάνοντας τις εκκρίσεις των σαλπίγγων.
  • Ο Aboulghar (1990) παρατήρησε ελαττωμένη ωοθηκική ανταπόκριση σε διέγερση των ωοθηκών με Συνθετικές Ωοθυλακιοτρόπους ορμόνες, ενώ η παρακέντηση των υδροσαλπίγγων πριν την εξωσωματική γονιμοποίηση είχε καλύτερη απάντηση των ωοθηκών στη διέγερση.
  • Ο Devoto και οι συνεργάτες του (1994) προσδιόρισαν τις συγκεντρώσεις των υποδοχέων οιστραδιόλης και πρωτεϊνών στις υδροσάλπιγγες. Στην ενδιαφέρουσα αυτή μελέτη απεδείχθη ότι υπάρχει σημαντική ελάττωση των υποδοχέων Ε2 και P nuclear and cytosolic σε υδροσάλπιγγες με καταστροφή του σαλπιγγικού βλεννογόνου.
  • Η υδροσάλπιγγα πιθανώς να είναι αποτέλεσμα φλεγμονής από χλαμύδια. Με τον προσδιορισμό αντισωμάτων της ανοσογλομπουλίνης G (1gG) είναι δυνατόν να αναγνωρισθεί προηγούμενη φλεγμονή από χλαμύδια σε μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών με βλάβες των σαλπίγγων, παρά σε ασθενείς με στειρότητα άλλης αιτιολογίας. Ο Rowland (1985) παρατήρησε ότι προηγηθείσα φλεγμονή με χλαμύδια ελαττώνει το ποσοστό επιτυχίας της IVF μέχρι 50%. Ακόμη παρατηρήθηκε ότι γυναίκες με ιστορικό φλεγμονής από χλαμύδια είχαν υψηλό ποσοστό αποβολών μετά την εξωσωματική γονιμοποίηση. Ο Licciardi (1992) σε σύνολο 145 γυναικών οι οποίες υποβλήθηκαν σε IVF βρήκε 20% ποσοστό αποβολών. Το 70% των γυναικών αυτών είχε 1gG αντισώματα έναντι των χλαμυδίων, συγκρινόμενο με μόνο 23% των γυναικών με επιτυχή κύηση μετά IVF/ET.
  • Οι Shenk και οι συνεργάτες (1996) υποστηρίζουν ότι υπάρχει άμεση σχέση τοξικότητας του περιεχομένου της υδροσάλπιγγας με το έμβρυο. Οι συγγραφείς παρατήρησαν εκφυλισμένα στην ανάπτυξη τους έμβρυα σε ποσοστό 68%.
  • Τελευταία βρέθηκε ότι υπάρχει σχέση υποδεκτικότητας του ενδομητρίου με την έκλυση ιντεγκρινών, και παθολογική παραγωγή αυτών σε ασθενείς με ελαττωμένη υποδεκτικότητα του ενδομητρίου.
  • Ο Lessey και οι συνεργάτες (1994) μέτρησαν την β-integrin με ανοσοϊστοχημικές μεθόδους από βιοψίες ενδομητρίου σε γυναίκες με υδροσάλπιγγες και βρήκαν σημαντικά χαμηλά επίπεδα β-integrin σε αντίθεση με τις γυναίκες οι οποίες δεν είχαν υδροσάλπιγγες. Ακόμη απέδειξαν ότι σε γυναίκες οι οποίες υποβλήθηκαν σε χειρουργική αποκατάσταση των σαλπίγγων οι ιντεγκρίνες επανήλθαν στα φυσιολογικά επίπεδα.

Χειρουργική αποκατάσταση της υδροσάλπιγγας πριν την εξωσωματική γονιμοποίηση

  • Εφ’όσον η παρουσία υδροσάλπιγγας αποτελεί την κυριότερη αιτία διαταραχής του περιβάλλοντος της ενδομητρικής κοιλότητος εμποδίζοντας την εμφύτευση του εμβρύου, είναι γενικά παραδεκτό ότι η σαλπιγγοστομία, η σαλπιγγεκτομή ή η απολίνωση του μητριαίου τμήματος της σάλπιγγας επαναφέρει στα συνήθη τα ποσοστά συλλήψεων μετά την εξωσωματική γονιμοποίηση.
  • Μια από τις πρώτες εργασίες οι οποίες απέδειξε ότι η χειρουργική αποκατάσταση των σαλπίγγων βελτιώνει το ποσοστό κυήσεων ήταν του Vandromme και των συνεργατών του το 1995 οι οποίοι συνέκριναν τρεις ομάδες γυναικών με υδροσάλπιγγες, με σαλπιγγεκτομές και με φυσιολογικές σάλπιγγες. Τα ποσοστά κυήσεων ήταν αντίστοιχα 10%, 22% και 31%.
  • Ο Kassbji και οι συνεργάτες (1994) συνέκριναν 118 ασθενείς με υδροσάλπιγγες και 157 ασθενείς, οι οποίες υποβλήθηκαν σε σαλπιγγεκτομή και IVF και βρήκαν ποσοστό κυήσεων 18% στην πρώτη ομάδα και 31% στην δεύτερη.
  • Ο Levy και οι συνεργάτες (1996) σε αναδρομική μελέτη συνέκριναν τρεις διαφορετικές χειρουργικές παρεμβάσεις σε ασθενείς με υδροσάλπιγγες. Η ομάδα των γυναικών στην οποία δεν έγινε καμία χειρουργική επέμβαση είχε ποσοστό κύησης 8,5%. Η ομάδα με σαλπιγγοστομία 17%, με σαλπιγγεκτομή 28% και απολίνωση 26%.
  • Η πρώτη προοπτική μελέτη η οποία του απέδειξε ότι η εξαίρεση των υδροσαλπίγγων βελτιώνει τα ποσοστά κυήσεων ήταν από τον Shelton και τους συνεργάτες του το 1966. Μετά την σαλπιγγεκτομή το ποσοστό συλλήψεων ανήρχετο στο 25%.
  • Επίσης ο Murray και οι συνεργάτες (1966) ανέφεραν ποσοστό κυήσεων 16% σε 25 γυναίκες με υδροσάλπιγγες και 37% σε 107 γυναίκες χωρίς υδροσάλπιγγες.

Στη δική μας μελέτη, η οποία συνεχίζεται,βρέθηκε ότι σε 80 ασθενείς με υδροσάλπιγγα ΙΙΙ και IV σταδίου το ποσοστό κλινικής κυήσεως ήταν 10%, ενώ σε 17 ασθενείς με σοβαρού βαθμού πυελοπεριτονίτιδα και υδροσάλπιγγες (frozen pelvis) 8%. 26 ασθενείς με υδροσάλπιγγες οι οποίες είχαν τουλάχιστον μία αποτυχημένη προσπάθεια IVF και υποβλήθηκαν σε σαλπιγγεκτομή το ποσοστό κυήσεων ήταν 18%. 45 γυναίκες με υδροσάλπιγγες Ι και ΙΙ σταδίου οι οποίες υποβλήθηκαν σε σαλπιγγοστομία με λαπαροσκοπική χειρουργική, τα δε ποσοστά κυήσεων ήταν 17% ενώ 22 ασθενείς με υδροσάλπιγγες οι οποίες υποβλήθηκαν σε τομή του τελικού τμήματος του ισθμού της σάλπιγγας με τη βοήθεια ακτίνων Λέιζερ CO2 τo ποσοστό κυήσεων ήταν 15% .

Δεν είναι πλήρως εξακριβωμένο, εάν η σαλπιγγεκτομή έχει καταστρεπτικό αποτέλεσμα στην αιμάτωση και την νεύρωση της ωοθήκης οι οποίες ως γνωστόν είναι σημαντικές παράμετροι για την ωοθυλακιογέννεση, την παραγωγή των ορμονών όπως και την ποιότητα και τον αριθμό των ωαρίων.

Άλλα μειονεκτήματα της σαλπιγγεκτομής είναι η εμφάνιση λειτουργικών κύστεων της ωοθήκης και βέβαια η αδυναμία εφαρμογής χειρουργικής αποκατάστασης της σάλπιγγας, μετά επανειλημμένες αποτυχημένες προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Οι Verhulst και οι συνεργάτες του (1986) υποστηρίζουν ότι η αμφοτερόπλευρη σαλπιγγεκτομή δεν επηρεάζει την ωοθηκική διέγερση σε IVF-ET. Οι ανωτέρω συγγραφείς δεν βρήκαν στατιστικώς σημαντική διαφορά όσον αφορά το χρονικό διάστημα διέγερσης, τα προωρρηκτικά επίπεδα της οιστραδιόλης, και τον αριθμό των ωαρίων μεταξύ των δύο ομάδων. Καθοριστικό σημείο είναι όταν αποφασισθεί σαλπιγγεκτομή με οποιαδήποτε τεχνική να διενεργείται η τομή όσο το δυνατόν πλησιέστερα στην σάλπιγγα, για την μικρότερη καταστροφή της αιμάτωσης της ωοθήκης. Τονίζεται ιδιαίτερα η προσπάθεια διατήρησης της αιμάτωσης των αναστομωτικών αγγείων μεταξύ της ωοθήκης και της σάλπιγγας.

Ωρισμένοι συγγραφείς προτείνουν την παρακέντηση της υδροσάλπιγγας και την αναρρόφηση του υγρού της πριν από την παραλαβή των ωαρίων με σχετικά καλά αποτελέσματα. Είναι όμως εμφανής ο κίνδυνος μετέπειτα φλεγμονής, όπως επίσης παρατηρήθηκε και αυξημένο ποσοστό αποβολών λόγω της επανασυσσώρευσης του υγρού της υδροσάλπιγγας μετά την παρακέντηση. (Murray και συν. 1998)

Η συχνότης εμφάνισης έκτοπης κύησης μετά σαλπιγγεκτομή σε γυναίκες που υποβλήθηκαν σε IVF ανέρχεται στο 4%, σύμφωνα με τη μελέτη του Dubuisson (1996). Η πιθανή ερμηνεία της επιπλοκής αυτής είναι η αποτυχία εξαίρεσης του μητριαίου τμήματος της σάλπιγγας.

Ο Andersen και οι συν. (1994) παρατήρησαν υψηλό ποσοστό αποβολών (70%) σε ασθενείς με υδροσάλπιγγες μετά IVF, ενώ σε γυναίκες χωρίς υδροσάλπιγγες το ποσοστό ανέρχονταν στο 36%.

Η σαλπιγγοσκόπηση αποτελεί ένα σημαντικό διαγνωστικό μέσο για την εκτίμηση της κατάστασης του βλεννογόνου της σάλπιγγας και επιτρέπει τον ακριβή καθορισμό της παθολογικής κατάστασης του επιθηλίου της. (Vasquez 1995, Brosens 1996).

O καθορισμός του τύπου της υδροσάλπιγγας βάσει των κριτηρίων τα οποία θεσπίσθηκαν από την διεθνή ομοσπονδία γυναικολόγων, βοηθάει σημαντικά τον χειρουργό να αποφασίσει και στη συνέχεια να προτείνει στην ασθενή την επανορθωτική χειρουργική της υδροσάλπιγγας ή την εξωσωματική γονιμοποίηση.

Οι Putteman και Brosens σε μια αντιπαράθεση το 1996, συμφώνησαν τελικώς, ότι δεν πρέπει να διενεργείται σαλπιγγεκτομή πριν να διαγνωσθεί με ακρίβεια η ύπαρξη σοβαρής παθολογίας της σάλπιγγας και ιδιαίτερα του βλεννογόνου της, ή κάποια ειδική χρόνια φλεγμονή της σάλπιγγας. Προτείνουν δε απαραίτητα την σαλπιγγοσκόπηση πριν την χειρουργική επέμβαση για την ακριβή εκτίμηση της καταστάσεως του επιθηλίου της σάλπιγγας και εάν δεν υπάρχει σοβαρού βαθμού βλάβη, η αντιμετώπιση θα πρέπει να είναι η σαλπιγγοστομία.

Η δική μας στρατηγική στις ασθενείς με υδροσάλπιγγες είναι κατ’αρχήν η εκτίμηση και των άλλων αιτιών στειρότητας όπως η ηλικία, η λειτουργία της ωο-θήκης και ο ανδρικός παράγων. Στη συνέχεια διενεργείται λαπαροσκόπηση και σαλπιγγοσκόπηση. Εάν υπάρχει υδροσάλπιγγα Ι ή ΙΙ σταδίου στον ίδιο χρόνο επιχειρείται σαλπιγγοστομία και αναμονή συνήθως μέχρι 16-18 μήνες. Εάν είναι υδροσάλπιγγα ΙΙΙ ή IV σταδίου διενεργείται σαλπιγγεκτομή ή τομή της σάλπιγγας όσο γίνεται πλησιέστερα στη μήτρα με ακτίνες Λέιζερ CO2 ή με διαθερμία και κατόπιν εξωσωματική γονιμοποίηση. Δυστυχώς δεν υπάρχουν δημοσιευμένες μελέτες που να ελέγχουν τις σάλπιγγες με σαλπιγγοσκόπηση πριν την σαλπιγγεκτομή και τα επακόλουθα αποτελέσματα της εξωσωματικής γονιμοποίησης Απαιτούνται προοπτικές τυχαιοποιημένες μελέτες που να αποδεικνύουν τη βελτίωση των αποτελεσμάτων της εξωσωματικής γονιμοποίησης μετά την σαλπιγγεκτομή ή τις άλλες χειρουργικές τεχνικές, σε ασθενείς με υδροσάλπιγγες.

Υδροσάλπιγγες και Γονιμότητα

Η ύπαρξη υδροσάλπιγγας σε ασθενείς με πρόβλημα στειρότητας οδηγεί σε χαμηλά ποσοστά εμφύτευσης, χαμηλά ποσοστά κλινικών κυήσεων, υψηλά ποσοστά αποβολών και υψηλά ποσοστά έκτοπων κυήσεων.

Ο ακριβής μηχανισμός με τον οποίο οι σοβαρές παθολογικές αλλοιώσεις ιδιαίτερα του βλεννογόνου και του εμπεριεχομένου υγρού της υδροσάλπιγγας επηρεάζουν την εμφύτευση και την ανάπτυξη του εμβρύου, δεν είναι ακόμη επακριβώς γνωστός. Η εμβρυοτοξική δράση του υγρού της υδροσάλπιγγας ενοχοποιείται από τους περισσότερους ερευνητές για τα απογοητευτικά αποτελέσματα συλλήψεων.

Προτείνεται χειρουργική αποκατάσταση της υδροσάλπιγγας (σαλπιγγοστομία), στα στάδια Ι και ΙΙ και σαλπιγγεκτομή σε σοβαρού βαθμού υδροσάλπιγγα και ακολούθως εξωσωματική γονιμοποίηση.

Απαιτείται περισσότερη γνώση της παθοφυσιολογίας της σάλπιγγας και του μηχανισμού μεταφοράς των γαμετών στην μητριαία κοιλότητα, όπως επίσης και προοπτικές μελέτες οι οποίες να συγκρίνουν τα αποτελέσματα κυήσεων με τις διάφορες χειρουργικές τεχνικές και την εξωσωματική γονιμοποίηση, σε ασθενείς με απόφραξη του τελικού τμήματος της σάλπιγγας.

Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS)

Το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS – PolyCystic Ovary Syndrome) είναι μία κοινή ενδοκρινολογική διαταραχή σε νεαρές γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Η απουσία περιόδου, η υπογονιμότητα, η αρρενοποίηση (τριχοφυϊα, ακμή) και το αυξημένο σωματικό βάρος, αποτελούν μερικές από τις κλασικές εκδηλώσεις του PCOS. Αν δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να οδηγήσει σε κάποιες μορφές σακχαρώδους διαβήτη, καρδιαγγειακά προβλήματα, υπέρταση, ακόμα και καρκίνο της μήτρας. Με κατάλληλη θεραπεία τα συμπτώματα υποχωρούν και οι επιπλοκές αποτρέπονται πλήρως.

Τι είναι το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών;

Το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS – PolyCysticOvarySyndrome) είναι μία κοινή ενδοκρινολογική διαταραχή σε νεαρές γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Οι ωοθήκες των γυναικών αυτών, όπως φαίνονται στην υπερηχογραφική εξέταση, είναι ελαφρά διογκωμένες και περιέχουν πολλαπλές μικρές κύστες στην περιφέρειά τους (ωοθυλάκια) – από όπου το σύνδρομο πήρε το όνομα του το 1935 από τους Stein και Leventhal (λέγεται και Stein-Leventhalsyndrome).

Η απουσία περιόδου (αραιομηνόρροια ή αμηνόρροια), η αρρενοποίηση (τριχοφυϊα, ακμή) και το αυξημένο σωματικό βάρος, μπορεί να εμφανίζονται σε ποικίλο βαθμό με το σύνδρομο. Η διαταραχή του κύκλου κατά την εφηβεία συνήθως κινεί τις πρώτες υποψίες.

Παρόλο που η ακριβής αιτία του συνδρόμου είναι άγνωστη, η έγκαιρη θεραπεία και η σωστή αντιμετώπιση, μπορεί να αποκαταστήσει τον κύκλο και τη γονιμότητα και να αποτρέψει τις πιθανές επιπλοκές που συνδέονται με το PCOS.

Πόσο συχνό είναι το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών;

Το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) αφορά το 5-10% των νεαρών γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας. Αποτελεί την πρώτη αιτία υπογονιμότητας στη χώρα μας.

Που οφείλεται το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών;

Η ακριβής αιτία του συνδρόμου παραμένει άγνωστη. Ανάμεσα στους παράγοντες κινδύνου θεωρούνται η κληρονομικότητα, γονιδιακοί παράγοντες και διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος.

Ποια τα συμπτώματα του συνδρόμου των πολυκυστικών ωοθηκών;

Τα συμπτώματα συνήθως ξεκινούν με την εφηβεία, εντούτοις σε πολλές γυναίκες δεν εμφανίζονται παρά με την ενηλικίωση. Επειδή η ορμονική διαταραχή ποικίλει από γυναίκα σε γυναίκα, η κλινική εικόνα του συνδρόμου μπορεί να είναι ήπια έως αρκετά σοβαρή. Τα κυριότερα συμπτώματα είναι:

  • Διαταραχές του κύκλου. Η ωορρηξία η οποία αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο στη διατήρηση της σταθερότητας του κύκλου δε συμβαίνει στο σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών, με αποτέλεσμα τον ακανόνιστο κύκλο ή την απουσία της περιόδου. Επίσης επειδή το ενδομήτριο (εσωτερικό της μήτρας) υποβάλλεται σε παρατεταμένη διέγερση από τα οιστρογόνα, διογκώνεται και οδηγεί σε βαριά ή παρατεταμένη αιμορραγία όταν έρχεται η περίοδος.
  • Τριχοφυΐα και ακμή. Η αύξηση των ανδρογόνων δίνει τον ορισμό του συν­δρόμου των πολυκυστικών ωοθηκών. Η περίσσεια αν­δρογόνων ευθύνεται για τα περισσότερα συμπτώματα του συνδρόμου, την υπερτρίχωση, την ακμή, τη λιπαρότητα του δέρμα­τος και την αλωπεκία ανδρικού τύπου. Η τριχοφυΐα μπορεί να αφορά διάφορες περιοχές, όπως το πρόσωπο, το σαγόνι, το λαιμό, τους ώμους, το στήθος και τη ράχη. Πρέπει να σημειωθεί ότι παρόλο που όλες οι γυναίκες με το σύνδρομο PCOS έχουν αυξημένα ανδρογόνα στο αίμα τους, δεν έχουν τον ίδιο βαθμό αρρενοποίησης. Αυτό συμβαίνει διότι η δράση των ανδρογόνων εξαρτάται από ένα ένζυμο (την 5α-αναγωγάση) που βρίσκεται στο δέρμα των κοριτσιών σε διαφορετικό ποσοστό από γυναίκα σε γυναίκα.
  • Αύξηση του σωματικού βάρους. Το σύνδρομο PCOS συνδέεται με την αύξηση του βάρους στις περισσότερες από τις μισές γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες. Συχνά η αύξηση του βάρους συμβαίνει κατά την εφηβεία.
  • Υπογονιμότητα. Η υπογονιμότητα απορρέει από την απουσία της ωορρηξίας και την αραίωση των κύκλων στον χρόνο. Η υπογονιμότητα διάρκειας μεγαλύτερης από 1 χρόνο στα ζευγάρια κάτω των 30 ετών ή μέχρι 6 μήνες στα ζευγάρια πάνω από τα 30 πρέπει να διερευνάται.
  • Διαταραχές του μεταβολισμού της ινσουλίνης. Η ινσουλίνη είναι ορμόνη που παράγεται από ειδικά κύτταρα του παγκρέατος και ελέγχει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Στις γυναίκες με το σύνδρομο PCOS, παρατηρούνται μία αύξηση των επιπέδων της ινσουλίνης (υπερινσουλιναιμία) και μία μειωμένη ανταπόκριση των ιστών στην ινσουλίνη (αυξημένη αντίσταση στην ινσουλίνη). Αυτές οι διαταραχές μπορεί να οδηγήσουν στα τυπικά συμπτώματα των διαβητικών (διαβήτη τύπου ΙΙ).

Ποιες οι πιθανές επιπλοκές του συνδρόμου αν δεν αντιμετωπιστεί;

Το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών συνδέεται με πολλές πιθανές επιπλοκές γι’ αυτό πρέπει να διαγιγνώσκεται και να θεραπεύεται. Οι πιο σημαντικές επιπλοκές είναι οι εξής:

  1. Η αμμηνόρροια έχει ως αποτέλεσμα την παρατεταμένη έκθεση του ενδομητρίου στα οιστρογόνα. Αυτή προκαλεί υπερπλασία στο ενδομήτριο και αυξάνει τη πιθανότητα για καρκίνο του ενδομητρίου στο μέλλον.
  2. Η χρόνια υπερ-ανδρογοναιμία όχι μόνο προκαλεί συμπτώματα αρρενοποίησης τα οποία μπορεί να είναι αισθητικά ενοχλητικά για τη γυναίκα, αλλά αυξάνει το κίνδυνο για καρδιαγγειακά προβλήματα και υπέρταση (μεταβολικό σύνδρομο).
  3. Η υπερινσουλιναιμία και η αυξημένη αντίσταση στην ινσουλίνη μπορεί να οδηγήσει σε εγκατεστημένο διαβήτη τύπου ΙΙ.

Πώς τίθεται η διάγνωση του συνδρόμου των πολυκυστικών ωοθηκών;

Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών αποτελεί ένα σύνολο ετερογενών στοιχείων τα οποία καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα κλινικών εκδηλώσεων. Δεν υπάρχει κάποια μεμονωμένη εξέταση για τη διάγνωση του συνδρόμου. Η διάγνωση βασίζεται στο ιστορικό, τη φυσική εξέταση, τα επίπεδα των ορμονικών εξετάσεων και τα ευρήματα του υπερηχογραφικού ελέγχου. Πρέπει, να τονιστεί ότι η διάγνωση του PCOS τίθεται εξ’ αποκλεισμού! Στις εξετάσεις πρέπει να συμπεριληφθούν οι εξής:

  • Τεστ κύησης για τον αποκλεισμό της κύησης.
  • Φυσική εξέταση και μέτρηση του σωματικού βάρους.
  • Υπερηχογραφικός έλεγχος έσω γεννητικών οργάνων.
  • Ορμονικό προφίλ που θα περιλαμβάνει τις εξετάσεις θυρεοειδούς, τις γυναικείες ορμόνες, τα επίπεδα προλακτίνης και ελεύθερης τεστοστερόνης και τα πρόδρομα ανδρογόνα των επινεφριδίων. Ο ορμονικός έλεγχος θα πρέπει να γίνεται τη 3η-5η ημέρα της εμμήνου ρύσεως ή μετά από πρόκληση με προγεστερινοειδές. Αν υπάρχει αμηνόρροια για μεγάλο χρονικό διάστημα, ο ορμονικός έλεγχος μπορεί να γίνει οποιαδήποτε ημέρα.
  • Δοκιμασία ανοχής της γλυκόζης (καμπύλη ζαχάρου).

Στον υπέρηχο, οι ωοθήκες μου είναι πολυκυστικές – έχω το σύνδρομο PCOS;

Παρόλο που το σύνδρομο είναι αρκετά συχνό, αυτό δε σημαίνει ότι όλες οι γυναίκες με μικρές κύστες στις ωοθήκες τους κατά τον υπερηχογραφικό έλεγχο, πάσχουν από το σύνδρομο. Ο υπερηχογραφικός έλεγχος, αποτελεί πολύτιμη εξέταση που θέτει υποψίες για το σύνδρομο PCOS, όμως δεν μπορεί να θέσει τη διάγνωση δίχως τη συνεισφορά άλλων ιατρικών εξετάσεων.

Σύμφωνα με το NICHD (National Institute of Child Health and Human Development), τα σημαντικότερα κριτήρια για τη διάγνωση του PCOS, με σειρά σπουδαιότητας, είναι:

  1. Υπερπα­ραγωγή ανδρογόνων ή υπερανδρογοναιμία,
  2. Ολιγο-ωοθυλακιορρηξία (αραίωση των περιόδων ή αμμηνόρροια)
  3. Ο αποκλεισμός άλλων γνω­στών διαταραχών που προκαλούν διαταραχές της ωοθυλακιορρηξίας, όπως παθήσεις των επινε­φριδίων ή του θυρεοειδούς.

Πώς θεραπεύεται το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών;

Η θεραπεία του συνδρόμου των πολυκυστικών ωοθηκών δεν είναι εύκολη υπόθεση, ούτε επιτυγχάνεται άμεσα. Χρειάζεται καλή συνεργασία μεταξύ της νεαρής γυναίκας και του θεράποντος ιατρού και συνήθως επιτυγχάνεται έπειτα από αρκετές εβδομάδες ή και μήνες. Επίσης, έπειτα χρειάζεται παρακολούθηση για την πιθανή υποτροπή των συμπτωμάτων του PCOS.

Συνοπτικά, η θεραπεία στοχεύει στην ύφεση των συμπτωμάτων, την αποκατάσταση της γονιμότητας και τη πρόληψη των επιπλοκών και περιλαμβάνει τα εξής:

  1. Απώλεια του σωματικού βάρους: Συνήθως το σύνδρομο PCOS αφορά κορίτσια με περισσότερο σωματικό βάρος από το φυσιολογικό. Στις γυναίκες με αυξημένο δείκτη σώματος, η μικρή απώλεια βάρους μπορεί να είναι αρκετή για να αποκατασταθεί ο εμμηνορρυσιακός κύκλος. Η απώλεια βάρους επίσης μειώνει την αντίσταση των ιστών στην ινσουλίνη και αποκαθιστά τα επίπεδα της γλυκόζης.
  2. Αλλαγές στον τρόπο ζωής: Η σωματική άσκηση συνδέεται με βελτίωση στο μεταβολισμό της γλυκόζης και μείωση της αντίστασης στην ινσουλίνη. Σε όλα τα κορίτσια με PCOS, συστήνεται η άθληση.
  3. Αποκατάσταση του κύκλου: Η αποκατάσταση της περιόδου αποτελεί «must» όχι μόνο για τις γυναίκες που επιθυμούν να τεκνοποιήσουν αλλά για όλες τις ηλικίες. Ο λόγος είναι ότι οι σοβαρές από τις πιθανές επιπλοκές του συνδρόμου PCOS συνδέονται με την παρατεταμένη αμηνόρροια. Η αποκατάσταση του κύκλου κατεξοχήν επιτυγχάνεται με τη χρήση αντισυλληπτικών δισκίων.
  4. Θεραπεία της αρρενοποίησης: Σε συνδυασμό με τα αντισυλληπτικά χορηγούνται και αντι-ανδρογόνα. Άλλα φάρμακα, όπως η Σπιρονολακτόνη που είναι διουρητικό, αναστέλλει τους υποδοχείς ανδρογόνων στο δέρμα και θεραπεύει την τριχοφυΐα. Δερματολογικά σκευάσματα κατά της ακμής μπορούν να βοηθήσουν.
  5. Αποκατάσταση της γονιμότητας: Η αδυναμία της ωορρηξίας αποτελεί την αιτία της υπογονιμότητας. Η πρόκληση ωορρηξίας επιτυγχάνεται με την απώλεια βάρους και μία σειρά από φάρμακα, ανάμεσα στα οποία κεντρική θέση έχει η κλομιφαίνη. Οι γυναίκες που δεν ανταποκρίνονται σε αυτή, αντιμετωπίζονται με γοναδοτροφίνες. Η λετροζόλη είναι αντικαρκινικό φάρμακο με καλύτερα αποτελέσματα στην πρόκληση ωορρηξίας από την κλομιφαίνη, εντούτοις δεν έχει πάρει έγκριση για τέτοιες εφαρμογές από τον οργανισμό φαρμάκων FDA.
  6. Φάρμακα κατά της υπεργλυκαιμίας. Η μετφορμίνη (Glucophage) που χρησιμοποιείται στη θεραπεία των διαβητικών, όχι μόνο μειώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη και βελτιώνει τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα, αλλά μπορεί να αποκαταστήσει την περίοδο και να βοηθήσει τη γυναίκα στην απώλεια του σωματικού βάρους. Εντούτοις έχει μικρή απόδοση στην πρόκληση της ωορρηξίας και την αποκατάσταση της γονιμότητας συγκριτικά με άλλα σκευάσματα όπως η κλομιφαίνη.
  7. Χειρουργική θεραπεία: Ο ηλεκτροκαυτηριασμός της ωοθήκης (drilling) με λαπαροσκόπηση, βελτιώνει το ορμονικό προφίλ της ωοθήκης, ενώ παράλληλα ελέγχονται και άλλοι παράμετροι της υπογονιμότητας όπως η βατότητα των σαλπίγγων και οι πυελικές συμφύσεις.

Το Σύνδρομο των Πολυκυστικών Ωοθηκών (PolyCystic Ovary Syndrome – PCOS) είναι η πιο κοινή ενδοκρινολογική διαταραχή που εμφανίζεται σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας (15-20%). Προκειμένου να τεθεί η διάγνωση του συνδρόμου, σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα πρέπει να ισχύουν δύο από τα τρία παρακάτω κριτήρια:

  • Υπερηχογραφικά τεκμηριωμένη εικόνα
    πολυκυστικής ωοθήκης: πολλές (πάνω
    από 10-12) μικρές κύστεις (διαμέτρου
    συνήθως μέχρι 8 mm) στην περιφέρεια
    της ωοθήκης, όπως οι χάντρες ενός
    μαργαριταρένιου κολιέ.
  • Διαταραχές εμμηνορρυσίας με ασταθή
    ή εντελώς απούσα περίοδο, ενδεικτική ότι
    δεν συμβαίνει ωοθυλακιορρηξία ή ότι αυτή
    επέρχεται 2-3 φορές το χρόνο.
  • Κλινικά εμφανής ή βιοχημικά τεκμηριωμένη
    (με εξετάσεις αίματος) υπερανδρογοναιμία: υψηλά επίπεδα ανδρογόνων (πχ τεστοστερόνης) που προκαλούν ακμή, υπερτρίχωση προσώπου, θώρακα, κοιλιάς, μηρών.

Στο σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών οι ωοθήκες δεν καταφέρνουν να παράγουν οιστρογόνα και ανδρογόνα σε σωστή ισορροπία. Φυσιολογικά οι γυναίκες διαθέτουν και από τα δύο είδη ορμονών, στο σύνδρομο αυτό όμως η πλάστιγγα κλίνει προς υπερπαραγωγή των ανδρογόνων. Έτσι προκαλούνται ακμή, λιπαρότητα του δέρματος και αυξημένη τριχοφυΐα.

Ωοθυλάκια που φυσιολογικά κάθε μήνα ξεκινούν να ωριμάζουν, δεν φτάνουν ποτέ στο σημείο να ραγούν για να απελευθερώσουν το ωάριο που περιέχουν, κι έτσι συσσωρεύονται στην περιφέρεια της ωοθήκης (δίνοντας τη χαρακτηριστική υπερηχογραφική εικόνα), ενώ ταυτόχρονα ο εμμηνορυσιακός κύκλος της γυναίκας επιμηκύνεται, αργεί να έρθει και τελικά διαταράσσεται σε μεγάλο βαθμό. Έτσι οι γυναίκες αυτές αντιμετωπίζουν πρόβλημα γονιμότητας, ενώ είναι πιθανό να βιώσουν πολλαπλές αποβολές.

Γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών βρίσκουν δύσκολο να ελέγξουν το βάρος τους. Η παχυσαρκία είναι από μόνη της παράγοντας που χειροτερεύει τα συμπτώματα. Ακόμη και μικρή απώλεια βάρους μπορεί να βελτιώσει την εικόνα του συνδρόμου δραματικά.

Μια γυναίκα που έχει την πλήρη εικόνα του συνδρόμου είναι παχύσαρκη, με ακμή και έντονη τριχοφυΐα, με περίοδο που έρχεται 2-3 φορές το χρόνο. Ευτυχώς ελάχιστες γυναίκες εμφανίζουν αυτή την εικόνα. Οι περισσότερες έχουν απλά λίγο ασταθή και μακρύ κύκλο (30-34 ημερών), ελαφρά ακμή και υπερτρίχωση.

Επιπλοκές

Γυναίκες με PCOS διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη διότι ο οργανισμός τους εμφανίζει αντίσταση στην ινσουλίνη. Ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται σε περιπτώσεις παχυσαρκίας, όπου ανέρχεται σε 11%. Άλλες επιπτώσεις του συνδρόμου είναι: αυξημένος κίνδυνος υπέρτασης, αύξησης των λιπιδίων στο αίμα (δυσλιπιδαιμία) και καρδιαγγειακής νόσου στο μέλλον. Στις γυναίκες που έχουν μεγάλα διαστήματα χωρίς περίοδο είναι απαραίτητη η τακτική υπερηχογραφική εκτίμηση του ενδομητρίου, καθώς αυξάνεται ο κίνδυνος ανάπτυξης κακοήθειας.

Αιτιολογία

Οι ακριβείς μηχανισμοί ανάπτυξης του συνδρόμου δεν έχουν ακόμη κατανοηθεί στο έπακρο, όμως φαίνεται ότι το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών είναι αποτέλεσμα τόσο γενετικής προδιάθεσης όσο και επίδρασης περιβαλλοντικών παραγόντων. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν ενδείξεις ότι υπάρχουν σημαντικές γενετικές διαταραχές στην έκκριση των ανδρογόνων ορμονών, ειδικά όσον αφορά την παραγωγή τεστοστερόνης, όπως και γενετικές διαταραχές στη δράση μιας άλλης ορμόνης, της ινσουλίνης. Πολλές γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών παρουσιάζουν αντίσταση στην ινσουλίνη. Η ινσουλίνη παράγεται από το πάγκρεας και κυκλοφορεί στο αίμα βοηθώντας τα κύτταρα των ιστών στο μεταβολισμό της γλυκόζης. Όταν οι ιστοί δεν απαντούν στη δράση της ινσουλίνης, το πάγκρεας για να αντισταθμίσει αυτή την αντίσταση, παράγει τεράστιες ποσότητες της ορμόνης αυτής (υπερινσουλιναιμία), η οποία επηρεάζει την ορμονική δράση των ωοθηκών, γεγονός που οδηγεί σε διαταραχή στην παραγωγή ανδρογόνων, και ειδικότερα της τεστοστερόνης. Τα αυξημένα ανδρογόνα και ο μεγάλος αριθμός μικρών ωοθυλακίων (κύστεων) που παράγουν την αντι-Μυλέρια ορμόνη (AMH) διακόπτουν τη φυσιολογική κυκλική λειτουργία της ωοθήκης, με αποτέλεσμα να μη συμβαίνει ωοθυλακιορρηξία και να διαταράσσεται έτσι η εμμηνορρυσία.

Εξετάσεις για τη διάγνωση του PCOS

Δεν υπάρχει κάποια μοναδική εξέταση που να επιβεβαιώνει το σύνδρομο. Θα πρέπει να παρθεί ένα πλήρες ιστορικό και να γίνουν:

  • Γυναικολογική εξέταση.
  • Υπερηχογράφημα έσω γεννητικών οργάνων.
  • Ορμονικό προφίλ που θα περιλαμβάνει: ανδρογόνα (τεστοστερόνη, sex hormone binding globulin), προλακτίνη (PRL), αντι-Μυλέρια ορμόνη (AMH), ωχρινοτρόπο ορμόνη (LH) και ωοθυλακιοτρόπο ορμόνη (FSH).
  • Μέτρηση ζαχάρου ή ακόμη καλύτερα (σε επιλεγμένες περιπτώσεις) καμπύλη ζαχάρου και ινσουλίνης.

Η διάγνωση τίθεται από τα αποτελέσματα όλων αυτών των εξετάσεων. Όμως, διάφορες άλλες παθήσεις προκαλούν συμπτώματα παρόμοια με αυτά του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών. Συνεπώς θα πρέπει να αποκλειστούν κάποιες αιτίες που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν υπερανδρογονισμό ή και αραιομηνόρροια, όπως ο υποθυρεοειδισμός, η υπερπρολακτιναιμία, το σύνδρομο της συγγενούς υπερπλασίας των επινεφριδίων, το σύνδρομο Cushing που χαρακτηρίζεται από υπερπαραγωγή κορτιζόλης, αλλά και το πιο σπάνιο (όμως πιο σοβαρό), οι όγκοι που παράγουν ανδρογόνα, όγκοι που μπορεί να βρίσκονται είτε στις ωοθήκες είτε στα επινεφρίδια.

Αντιμετώπιση

Γνωρίζουμε ότι υπάρχει συσχέτιση μεταξύ των συμπτωμάτων του συνδρόμου και σημαντικής μείωσης στην ποιότητα ζωής σε όλα τα επίπεδα (φυσικά, ψυχολογικά και κοινωνικά). Καθώς λοιπόν δεν υπάρχει αιτιολογική θεραπεία, αυτή θα πρέπει να προσαρμόζεται στα συμπτώματα που εμφανίζει η κάθε γυναίκα και να εξατομικεύεται. Είναι γνωστό ότι η πρόληψη είναι πάντα προτιμότερη της θεραπείας, επομένως δε θα ήταν παράλογο μια έφηβος με ακμή ή/και υπερτρίχωση και διαταραχές της εμμηνορυσίας της, να απευθύνεται σε ιατρό για διερεύνηση.

Μείωση σωματικού βάρους και διατροφή

Η απώλεια βάρους για τις υπέρβαρες γυναίκες θεωρείται ως ο πιο σημαντικός στόχος. Η απώλεια βάρους βοηθά σημαντικά στην αποκατάσταση των ορμονικών επιπέδων και τη βελτίωση του κύκλου της γυναίκας. Παράλληλα, η σωστή διατροφή και η συστηματική άσκηση βοηθούν σημαντικά στη μείωση της ινσουλίνης στο αίμα. Ο συνδυασμός του σωστού βάρους σώματος με μια ισορροπημένη διατροφή μειώνει τον κίνδυνο για ανάπτυξη σακχαρώδους διαβήτη και καρδιαγγειακών νοσημάτων στο μέλλον.

Ιδανικά, ο δείκτης μάζας σώματος (BMI) θα πρέπει να είναι 20-25. Τα συμπτώματα θα βελτιωθούν σημαντικά και πιθανόν να εξαφανιστούν εντελώς με την επαναφορά του βάρους σώματος στο ιδανικό και σε ορισμένες περιπτώσεις αυτή ίσως να είναι και η μόνη θεραπεία που απαιτείται για να αποκατασταθούν η ωοθυλακιορρηξία και η κανονικότητα του κύκλου.

Είναι σημαντικό να γίνουν διατροφικές αλλαγές αλλά και αλλαγές στον τρόπο ζωής. Η αποκατάσταση της φυσιολογικής στάθμης του σακχάρου στο αίμα βελτιώνει την υπερινσουλιναιμία. Αν υπάρχει αντίσταση στην ινσουλίνη, τότε η διατροφή θα πρέπει να βασιστεί στις αρχές της διατροφής για την πρόληψη του σακχαρώδους διαβήτη:

  • Περιορισμός της ολικής κατανάλωσης υδατανθράκων μέσα στην ημέρα αλλά και στα επιμέρους γεύματα. Αποφυγή μεγάλης κατανάλωσης ψωμιού, ρυζιού, πατάτας, ζυμαρικών και δημητριακών σε ένα γεύμα.
  • Προτίμηση σε υδατάνθρακες χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη που είναι πλούσιοι σε φυτικές ίνες, όπως είναι το πολύσπορο ψωμί, οι σαλάτες και τα λαχανικά, τα ολικής άλεσης ζυμαρικά και δημητριακά, καθώς και τα όσπρια και οι καρποί.
  • Αποφυγή ζάχαρης, καθώς και των προϊόντων στα οποία προστίθεται.

Η κοιλιακή παχυσαρκία αλλά και οι ενδοκρινικές ανωμαλίες αυξάνουν τον κίνδυνο για το καρδιαγγειακό σύστημα, επομένως συνίσταται μια καρδιοπροστατευτική διατροφή:

  • Περιορισμός των ζωικών λιπαρών, όπως το βούτυρο, η κρέμα γάλακτος, το μαγειρικό λίπος, η πέτσα των πουλερικών.
  • Περιορισμός στην κατανάλωση τηγανητών και μεγάλης ποσότητας φυτικών λιπαρών. Για το μαγείρεμα προτιμούμε τα φυτικά λιπαρά, όπως είναι το ελαιόλαδο, το καλαμποκέλαιο, το σησαμέλαιο.
  • Αύξηση των ω3 και ω6 λιπαρών οξέων σε 1-2 φορές την εβδομάδα στην διατροφή μας.
  • Εμπλουτισμός της διατροφής μας σε φρούτα και λαχανικά.

Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι η κατανάλωση καπνού επιδεινώνει την ινσουλινοαντοχή στις πολυκυστικές ωοθήκες. Απαιτείται πολύ καλή ενημέρωση και εκπαίδευση της ασθενούς ώστε να μην τρομοκρατηθεί, αλλά να ξέρει ότι το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών είναι κάτι με το οποίο πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά και υπεύθυνα για να το θεραπεύσει. Η αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες θα πρέπει να είναι μόνιμη και να ακολουθείται από την πάσχουσα δια βίου.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις είναι δυνατό να προστεθούν στην αγωγή φαρμακευτικά σκευάσματα που βοηθούν στην απώλεια βάρους. Αυτά λειτουργούν είτε μειώνοντας την απορρόφηση λιπών (Orlistat), είτε καταστέλλοντας την όρεξη στον εγκέφαλο (Sibutramine). Σε ακραία περιστατικά παχυσαρκίας μπορούν να ληφθούν υπόψη επεμβατικές μέθοδοι μείωσης του σωματικού βάρους.

Όσον αφορά την αλλαγή στον τρόπο ζωής, συνίσταται συστηματική άσκηση καθώς αυτή βοηθά στην αντιμετώπιση της υπερινσουλιναιμίας. Κατάλληλη θεωρείται κάθε άσκηση και δραστηριότητα που προκαλεί ευχαρίστηση στη γυναίκα, ώστε να την συνεχίσει. Η ασθενής θα πρέπει να ασκείται μέχρι και 1 ώρα τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας και να συνδυάζει αερόβιες και αναερόβιες ασκήσεις. Άσκηση αποτελεί οτιδήποτε αυξάνει την κυκλοφορία του αίματος και κάνει τη γυναίκα να αισθάνεται πιο ζεστή, όπως η κηπουρική, ο χορός, το περπάτημα, το ποδήλατο, το κολύμπι κτλ.

Ορμονικά σκευάσματα

Η χρησιμοποίηση αντισυλληπτικών φαίνεται ότι είναι ένας πολύ καλός τρόπος να προσεγγίσουμε θεραπευτικά το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών. Και αυτό γιατί τα αντισυλληπτικά:

Πρώτον ρυθμίζουν τον κύκλο της κοπέλας έτσι όπως τον θέλει η ίδια. Δεύτερον καταστέλλουν την ωοθηκική λειτουργία σε όσο χρονικό διάστημα τα δίνουμε, μειώνοντας την παραγωγή ανδρογόνων, άρα μειώνοντας και την υπερανδρογοναιμία. Τρίτον μειώνοντας την παραγωγή ανδρογόνων μειώνουν την ακμή και την τριχοφυΐα, αυξάνουν δε ταυτόχρονα την SHBG (Sex Hormone Binding Globulin) την σφαιρίνη η οποία δεσμεύει τα ανδρογόνα. Και τέταρτον και σημαντικότερο έχοντας προγεστερόνη μέσα τους, προστατεύουν το ενδομήτριο.

Ως αντισυλληπτικά δισκία μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε απλά αντισυλληπτικά δισκία και ονομάζουμε απλά αυτά που έχουν κλασσικές προγεστερονοειδείς ουσίες και οιστρογόνο. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αντισυλληπτικά δισκία που στη θέση της προγεστερόνης να έχουν ένα προγεστερονοειδές με αντιανδρογόνο δράση. Ο νεότερος εκπρόσωπος στην ομάδα της φαρμακευτικής αντιμετώπισης των πολυκυστικών ωοθηκών είναι η ντροσπιρενόνη.

Λόγω μικρής πιθανότητας για εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση, η χορήγησή τους δεν συνίσταται πέραν των 6 μηνών εφόσον υπάρχει βελτίωση των συμπτωμάτων. Ο κίνδυνος παρενεργειών πρέπει να εξατομικευθεί για κάθε γυναίκα ξεχωριστά, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις υπόλοιπες παραμέτρους της νόσου.

Για τις γυναίκες επομένως που δεν επιθυμούν να τεκνοποιήσουν, τα ορμονικά αντισυλληπτικά χάπια μπορούν να ρυθμίσουν την περίοδο, να μειώσουν τα επίπεδα των ανδρικών ορμονών και να βοηθήσουν να καθαρίσει η ακμή. Πρέπει όμως να τονισθεί ότι τα ορμονικά σκευάσματα δεν θεραπεύουν το σύνδρομο. Η περίοδος θα ξαναγίνει άστατη αν σταματήσει η χορήγηση του δισκίου.

Μετφορμίνη

Η μετφορμίνη είναι ένα φαρμακευτικό σκεύασμα που αυξάνει την ευαισθησία των ιστών στην ινσουλίνη, μειώνει τα επίπεδα ινσουλίνης στο αίμα και εμμέσως ελαττώνει τα αυξημένα επίπεδα των ανδρογόνων. Επίσης μειώνει τη χοληστερόλη και βελτιώνει τον μεταβολισμό. Η θεραπεία με μετφορμίνη διεγείρει την ωορρηξία σε περίπου 45% των γυναικών με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών. Πρέπει να συνταγογραφείται μόνο σε γυναίκες με δείκτη μάζας σώματος (BMI) λιγότερο από 30. Ένας μικρός αριθμός ασθενών που λαμβάνουν μετφορμίνη θα παραπονεθούν για ναυτία, απώλεια της όρεξης, διάρροια, κοιλιακό φούσκωμα ή μια μεταλλική γεύση, γι’ αυτό συνίσταται η λήψη της να γίνεται μαζί με το κυρίως γεύμα.

Αντι-ανδρογόνα

Ως αντιανδρογόνα χρησιμοποιούμε την οξική κυπροτερόνη, την σπιρονολακτόνη, την ντροσπιρενόνη , την φλουταμίνη και την φενιστερίνη, η οποία μας βοηθάει να αναστείλουμε την μετατροπή της τεστοστερόνης στην δραστική της ουσία δευδροτεστοστερόνης. Το διουρητικό σπιρονολακτόνη, όπως και η φενιστερίνη δεν πρέπει να χορηγούνται σε γυναίκες που επιθυμούν να συλλάβουν.

Τοπικά σκευάσματα

Μέχρι στιγμής υπάρχουν ορισμένες κρέμες προσώπου (όχι σώματος) για την αντιμετώπιση της υπερτρίχωσης. Δρουν αναστέλλοντας τη δράση ενός μεταβολικού ενζύμου στο θύλακο της τρίχας, πράγμα που επιβραδύνει την ανάπτυξή της. Η χρησιμοποίησή τους γίνεται μόνο για κοσμητικούς λόγους.

Αντιμετώπιση υπογονιμότητας

Η αντιμετώπιση της διαταραχής της ωοθυλακιορρηξίας γίνεται αρχικά με χορήγηση κιτρικής κλομιφαίνης για έξι κύκλους. Πρόκειται για ένα συνθετικό ανάλογο των οιστρογόνων που δρα παραπλανώντας τον οργανισμό ότι τα επίπεδα οιστρογόνων είναι χαμηλά. Ως απάντηση, ο οργανισμός παράγει όλες τις ορμόνες που χρειάζονται για την ανάπτυξη των ωοθυλακίων. Διεγείρει την υπόφυση για να απελευθερώσει ωοθυλακιοτρόπο ορμόνη (FSH) και ωχρινοτρόπο ορμόνη (LH), τις ορμόνες που είναι απαραίτητες για την ωοθυλακιορρηξία. Η κλομιφαίνη λαμβάνεται από το στόμα σε μορφή δισκίου για χρονικό διάστημα πέντε ημερών, ξεκινώντας από την ημέρα 2-6 του κύκλου (η ημέρα 1 είναι η πρώτη ημέρα εμμηνορρυσίας).

Ο πρώτος κύκλος θεραπείας με κιτρική κλομιφαίνη πρέπει να παρακολουθείται μέσω υπέρηχου για να επιβεβαιωθεί η ωοθηκική απάντηση στη θεραπεία. Αν παρατηρηθεί ανάπτυξη πάνω από 2 ωοθυλακίων τότε ο κύκλος πρέπει να εγκαταλείπεται για να αποφευχθεί η πιθανότητα πολύδυμης κύησης η οποία στην αντιμετώπιση με κλομιφαίνη φτάνει το 10%. Η κλομιφαίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για πάνω από 9-12 μήνες καθώς τα οφέλη πρέπει να αντισταθμιστούν με το μικρό κίνδυνο καρκίνου των ωοθηκών που μπορεί να προκληθεί σε παρατεταμένη χρήση. Επίσης η κλομιφαίνη δεν πρέπει να χορηγείται σε γυναίκες με τακτικούς ωοθυλακιορρηκτικούς κύκλους.

Με τη χορήγηση κλομιφαίνης επιτυγχάνεται ωοθυλακιορρηξία στο 80% των περιπτώσεων και εγκυμοσύνες στο 60-70%. Το 75% περίπου των κυήσεων λαμβάνουν χώρα μέσα στους τρεις πρώτους κύκλους θεραπείας. Το ποσοστό των κυήσεων ανά κύκλο ωοθυλακιορρηξίας κυμαίνεται γύρω στο 15%.

Μερικές γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών δεν παρουσιάζουν ωοθυλακιορρηξία με τη χορήγηση κιτρικής κλομιφαίνης. Στις περιπτώσεις αυτές οι εναλλακτικές είναι: ενέσιμη ορμονική θεραπεία με γοναδοτροπίνες (FSH/LH) μόνες ή σε συνδυασμό με κάποιο πρόγραμμα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (σπερματέγχυση – IUI, ή εξωσωματική γονιμοποίηση – IVF) και

ovarian drilling, μια χειρουργική επέμβαση η οποία
γίνεται λαπαροσκοπικά και στην οποία διανοίγονται
τέσσερις μικρές τρύπες στην κάθε ωοθήκη διαμέτρου 4mm με διαθερμία.

Στην περίπτωση διέγερσης των ωοθηκών
με γοναδοτροπίνες, προτού ξεκινήσει η θεραπεία
θα πρέπει να διεξαχθούν και άλλα διαγνωστικά
τεστ και στους δύο συντρόφους προκειμένου
να αποκλεισθούν άλλα πιθανά αίτια υπογονιμότητας
που δυνατόν να συνυπάρχουν.

Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και εγκυμοσύνη

Φαίνεται να υπάρχει συσχέτιση με:

  • υψηλότερο ποσοστό αποβολών
  • διαβήτης κύησης
  • υπέρταση και
  • πρόωροι τοκετοί

Ενδομητρίωση

Η ενδομητρίωση υπολογίζεται ότι αφορά το 7% των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία, ιδιαίτερα μεταξύ των 25-40 ετών. Η νόσος έχει ανακαλυφθεί το 1860 από τον Dr. Rokitansky, εντούτοις η ακριβής αιτία της παραμένει άγνωστη. Τα κυριότερα συμπτώματα της είναι ο πόνος στη περίοδο (δυσμηνόρροια), ο χρόνιος πυελικός πόνος, ο πόνος στην επαφή (δυσπαρεύνια), και η υπογονιμότητα. Η διάγνωση τίθεται κατεξοχήν με τη λαπαροσκόπηση. Η θεραπεία διακρίνεται σε συντηρητική και σε χειρουργική και εξατομικεύεται με τη περίπτωση της ασθενούς.

Τι είναι η ενδομητρίωση;

Η ενδομητρίωση είναι μια συστηματική πάθηση κατά την οποία ιστός όμοιος με το ενδομήτριο στο εσωτερικό της μήτρας αναπτύσσεται σε περιοχές έξω από τη μήτρα, συνηθέστερα στα όργανα της πυέλου, δηλαδή τις σάλπιγγες και τις ωοθήκες. Ο ιστός αυτός υποβάλλεται στις ορμονικές αλλαγές του κύκλου και αιμορραγεί σε μηνιαία βάση, όπως και το ενδομήτριο της μήτρας, με τη διαφορά ότι το αίμα δεν αποβάλλεται από τον κόλπο, αλλά συσσωρεύεται στους γύρω ιστούς, προκαλώντας πόνο και φλεγμονή. Με το χρόνο η φλεγμονή οδηγεί στο σχηματισμό συμφύσεων – δηλαδή παθολογικών συγκολλήσεων μεταξύ των ιστών.

Η ενδομητρίωση εμφανίζεται στις επιφάνειες του τοιχώματος της κοιλιάς και των οργάνων. Στις περιοχές αυτές αναπτύσσονται κόκκινες, λευκές ή μελανές εστίες που ποικίλουν σε διάμετρο. Οι βαθύτερες εστίες οδηγούν στο σχηματισμό επώδυνων οζιδίων ή κύστεων.

Πόσο συχνή είναι η ενδομητρίωση;

Η ενδομητρίωση υπολογίζεται ότι αφορά το 7% των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία, ιδιαίτερα μεταξύ των 25-40 ετών, μπορεί όμως να εμφανιστεί και νωρίτερα, ακόμα και πριν από την εμμηναρχή, ενώ σπάνια συμβαίνει μετά την εμμηνόπαυση. Μόνο στις ΗΠΑ, 6 εκατομμύρια γυναίκες πάσχουν από ενδομητρίωση. Οι μισές από αυτές διαγιγνώσκονται με υπογονιμότητα (δυσκολία στη σύλληψη) ενώ στη πλειοψηφία τους (>70%) έχουν κυκλικό (μηνιαίο) κοιλιακό άλγος. Σημειώνεται ότι το 22% των γυναικών με ενδομητρίωση δεν έχει απολύτως κανένα σύμπτωμα, οπότε διαγιγνώσκεται τυχαία.

Πού οφείλεται η ενδομητρίωση;

Η αιτιολογία της ενδομητρίωσης είναι άγνωστη. Έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες για να δικαιολογήσουν την παθογένεια της. Η θεωρία της εμφύτευσης είναι η πιο δημοφιλής. Αυτή διατυπώθηκε στα 1920 και υποστηρίζει ότι η παλινδρόμηση του αίματος της περιόδου δια μέσω των σαλπίγγων στο εσωτερικό της κοιλιάς είναι η αιτία της ενδομητρίωσης. Εντούτοις καμία θεωρία δεν μπορεί να δικαιολογήσει όλες τις εκδηλώσεις της νόσου.

Η κληρονομικότητα επίσης παίζει κάποιο ρόλο. Οι γυναίκες που έχουν συγγενείς πρώτου βαθμού (μητέρα, αδερφές) οι οποίες νοσούν, διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο (2.5 φορές) να πάσχουν από ενδομητρίωση. Στη βαριά ενδομητρίωση, ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται έως και 15 φορές.

Ποιοι οι παράγοντες κινδύνου της ενδομητρίωσης;

Η ενδομητρίωση αφορά συχνότερα τις άτοκες γυναίκες ή αυτές με ένα τέκνο. Αυτό συμβαίνει διότι η εγκυμοσύνη μπορεί να επιβραδύνει την εξέλιξη της νόσου.

Η ηλικία της εμμηναρχής – όσο νωρίτερα, τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος.

Το μήκος του κύκλου (γυναίκες με κύκλο μικρότερο από 27 ημέρες και περίοδο που διαρκεί περισσότερο από μια εβδομάδα είναι πιο επιρρεπείς).

Ανοσολογικοί και κληρονομικοί παράγοντες επίσης παίζουν ρόλο

Ποια τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης;

Η κλινική εικόνα της ενδομητρίωσης ποικίλει. Το 22% των γυναικών με ενδομητρίωση δεν έχει απολύτως κανένα σύμπτωμα. Επίσης η παθολογοανατομική έκταση της νόσου δεν συμβαδίζει με την κλινική εικόνα. Με άλλα λόγια μια γυναίκα με εκτεταμένη ενδομητρίωση μπορεί να έχει ήπια συμπτώματα, ενώ μια άλλη με λίγες ενδομητριωσικές εστίες μπορεί να υποφέρει από έντονο άλγος. Όλα αυτά καθιστούν τη διάγνωση πιο δύσκολη.

Το πιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα είναι η έντονη δυσμηνόρροια (πόνος κατά την εμμηνορρυσία, >90%). Στα συμπτώματα της ενδομητρίωσης περιλαμβάνονται ο χρόνιος πυελικός πόνος (70%), η δυσπαρεύνια (πόνος στην επαφή, 75%) και η υπογονιμότητα (55%). Σπανιότερες εκδηλώσεις της νόσου είναι η δυσουρία (πόνος στην ούρηση), η δυσχεσία (πόνος στην αφόδευση) και οι διαταραχές του κύκλου.

Τι είναι οι σοκολατοειδείς κύστεις;

Οι ενδομητριωσικές εστίες που βρίσκονται στο εσωτερικό των ωοθηκών, παράγουν αίμα σε κάθε κύκλο και οδηγούν προοδευτικά στο σχηματισμό μικρών κυστικών μορφωμάτων. Με τον καιρό, το παλιό αίμα αλλοιώνεται με την επίδραση ενζύμων και μετατρέπεται σε παχύρευστο καφεοειδές υλικό που μοιάζει με λιωμένη σοκολάτα. Ο όρος «σοκολατοειδής κύστη» είναι περιγραφικός και δεν έχει ουδεμία σχέση με τη πραγματική σοκολάτα ή τη ποσότητα που καταναλώνει μια γυναίκα.

Η σοκολατοειδής κύστης (λέγεται και ενδομητρίωμα) δεν εξαφανίζεται με τον χρόνο, ούτε θεραπεύεται με από του στόματος αντσυλληπτικά όπως είχε θεωρηθεί στα προηγούμενα χρόνια. Η παρακέντηση της κύστης και η αναρρόφηση του περιεχομένου της οδηγεί πάντοτε σε υποτροπή, διότι ο παθολογικός ιστός είναι το τοίχωμα της κύστης και όχι το περιεχόμενο. Η αποκλειστική θεραπεία είναι η χειρουργική εξαίρεση της κύστης με ταυτόχρονη διαφύλαξη κατά το δυνατόν του ωοθηκικού ιστού στις άτοκες και στις γυναίκες που επιθυμούν τεκνοποίηση.

Πώς τίθεται η διάγνωση της ενδομητρίωσης;

Ο γιατρός είναι δυνατό να υποψιαστεί την ενδομητρίωση από το κλινικό ιστορικό ή από την ψηλάφηση επώδυνων οζιδίων με την κολπική εξέταση. Η απόλυτη διάγνωση όμως επιτυγχάνεται μόνο με τη λαπαροσκόπηση, δηλαδή την ελάχιστα επεμβατική χειρουργική διαδικασία, κατά την οποία μία κάμερα, το οπτικό λαπαροσκόπιο, εισέρχεται στην κοιλιά της γυναίκας δια μέσου μικρής τομής. Με αυτή ελέγχονται οι ενδομητριωσικές εστίες στις επιφάνειες των οργάνων και λαμβάνονται βιοψίες.

Βάσει των ευρημάτων της λαπαροσκόπησης η Αμερικανική Εταιρεία Γονιμότητας διακρίνει 4 στάδια βαρύτητας της νόσου. Η σταδιοποίηση κρίνεται ανάλογα με τον αριθμό των εστιών, το μέγεθος και το βάθος τους, τη παρουσία συμφύσεων και τη παρουσία ενδομητριωμάτων. Τα βαρύτερα στάδια προϋποθέτουν ριζική χειρουργική θεραπεία.

Απεικονιστικές μέθοδοι όπως είναι ο υπέρηχος, η αξονική (CT) και η μαγνητική τομογραφία (MRI) προσφέρουν πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με την έκταση της νόσου, αλλά δεν βοηθούν ιδιαίτερα στην αρχική διάγνωση. Από τις εξετάσεις αίματος χρήσιμη είναι η μέτρηση του δείκτη Ca-125 ο οποίος είναι αυξημένος σε γυναίκες με ενδομητρίωση, ενώ η επανάληψη της εξέτασης μετά την θεραπεία μπορεί να δώσει πληροφορίες χρήσιμες για την πρόοδο της νόσου. Αντίθετα ως διαγνωστικό εργαλείο, ο δείκτης δεν είναι αξιόπιστος.

Πώς θεραπεύεται η ενδομητρίωση;

Δεν υπάρχει απόλυτη θεραπεία που να μπορεί να απαλλάξει την γυναίκα από την ενδομητρίωση. Εντούτοις υπάρχουν θεραπείες για τη βελτίωση της γονιμότητας και την ύφεση των συμπτωμάτων που προκαλεί η ενδομητρίωση. Η επιλογή της θεραπείας εξατομικεύεται, ανάλογα με την ηλικία της γυναίκας, την επιθυμία διατήρησης της γονιμότητας και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων της. Ο στόχος της θεραπείας είναι να υποχωρήσουν τα συμπτώματα κυρίως το άλγος και να επιβραδυνθεί η εξέλιξη της νόσου έως ότου να εισέλθει η γυναίκα στην εμμηνόπαυση, οπότε παύουν οι ορμόνες και μαζί η ενδομητρίωση. Η θεραπεία διακρίνεται σε συντηρητική και χειρουργική.

Ποια η συντηρητική θεραπεία της ενδομητρίωσης;

Η συντηρητική θεραπεία εστιάζει στον περιορισμό των συμπτωμάτων και κυρίως του άλγους, τη διατήρηση της γονιμότητας, και την επιβράδυνση εξέλιξης της νόσου. Η νόσος δεν μπορεί να εκριζωθεί πλήρως χωρίς χειρουργική επέμβαση. Ως εκ τούτου, οι περισσότεροι ερευνητές συστήνουν να γίνεται πρώτα η χειρουργική σταδιοποίηση και αντιμετώπιση της νόσου, και μετεγχειρητικά, ανάλογα με τα ευρήματα και τα συμπτώματα να επιλέγεται η συντηρητική αγωγή, η οποία περιλαμβάνει τα εξής:

  1. Αναλγησία: Τα παυσίπονα που χορηγούνται χωρίς ιατρική συνταγή (όπως η ασπιρίνη, η παρακεταμόλη) πολλές φορές επαρκούν στον έλεγχο ήπιου πόνου. Τα μη-στεροειδή αντιφλεγμονώδη είναι επίσης αποτελεσματικά. Σε βαρύτερες περιπτώσεις είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν ισχυρότερα παυσίπονα (π.χ. οπιοειδή) τα οποία όμως προκαλούν εθισμό και για το λόγω αυτό αποφεύγονται.
  2. Ορμονική Θεραπεία: Η ορμονοθεραπεία είναι αποτελεσματική στην καταπολέμηση της ενδομητρίωσης ενώ λειτουργεί και ως μέθοδος αντισύλληψης. Αν η γυναίκα επιθυμεί να μείνει έγκυος μπορεί να λάβει αυτές τις θεραπείες για ένα διάστημα, και να προσπαθήσει να συλλάβει αργότερα και εφόσον διακοπεί η θεραπεία.
    1. Από του στόματος αντισύλληψη: Η συνεχής χορήγηση συνδυασμού οιστρογόνων-προγεσταγόνων έχει δράση παρόμοια με αυτή της εγκυμοσύνης και περιορίζει τα κοιλιακά άλγη ενώ οι ενδομητριωσικές εστίες εξασθενούν.
    2. Οι ανδρικές συνθετικές ορμόνες όπως η δαναζόλη και γεστρινόνη, μειώνουν τα επίπεδα των οιστρογόνων στο αίμα, και περιορίζουν τα συμπτώματα και τις βλάβες της ενδομητρίωσης. Η θεραπεία αυτή μειονεκτεί στο ότι προκαλεί αύξηση του σωματικού βάρους της γυναίκας και κλιμακτηριακά συμπτώματα, ενώ κάποιες φορές μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της τριχοφυΐας.
    3. Προγεσταγόνα και προγεστερονοειδή: έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά κατά της ενδομητρίωσης όμως η χρήση τους είναι περιορισμένη εξαιτίας των πολλών παρενεργειών (αύξηση βάρους, αιμορραγίες, κατάθλιψη).
    4. Αγωνιστές της GnRH: Τα φάρμακα αυτά μειώνουν τα επίπεδα των οιστρογόνων. Είναι αποτελεσματικά στη καταπολέμηση των συμπτωμάτων της ενδομητρίωσης αλλά προκαλούν συμπτώματα της εμμηνόπαυσης και μείωση της οστικής πυκνότητας εάν δεν ρυθμίζεται η δοσολογία τους.

Ποια η χειρουργική θεραπεία της ενδομητρίωσης;

Η απόλυτη διάγνωση τίθεται σχεδόν αποκλειστικά με τη λαπαροσκόπηση Η λαπαροσκόπηση αποτελεί την πιο κατάλληλη χειρουργική αντιμετώπιση για την ενδομητρίωση, διότι η εξέταση του εσωτερικού της κοιλιάς με τη μεγεθυμένη εικόνα επιτρέπει την ανίχνευση ακόμα και των μικρών εστιών ενδομητρίωσης. Επίσης περιορίζει τον σχηματισμό συμφύσεων. Κατά συνέπεια, η λαπαροσκόπηση μπορεί να βοηθήσει γυναίκες με υπογονιμότητα, να επιτύχουν μια εγκυμοσύνη, έπειτα από την αφαίρεση των εστιών ενδομητρίωσης και την αποκατάσταση της ανατομίας της πυέλου.

Η ρομποτική χειρουργική αποτελεί τη βέλτιστη χειρουργική μέθοδο για τη μέτρια και σοβαρή (εν τω βάθη) ενδομητρίωση σύμφωνα με στοιχεία της SERGS 2014 (Society of European Robotic Surgery). Η ρομποτική πρσφέρει μεγεθυμένη έως 15 φορές, υψηλής ευκρίνειας (High Definition, 1080p) τρισδιάστατη εικόνα, ενώ παρέχει εργονομία ανώτερη της λαπαροσκόπησης και επιτρέπει την αφαίρεση των εστιών της ενδομητρίωσης με μικρότερο ποσοστό επιπλοκών όπως τραυματισμών του εντέρου και των ουρητήρων. Ταυτόχρονα βοηθά στο βέλτιστο τον χειρισμό των ιστών και τη διατήρηση του φυσιολογικού ωοθηκικού ιστού στις περιπτώσεις όπου η γονιμότητα είναι επιθυμητή.

Το διεθνές μότο για την ενδομητρίωση είναι: “If you see better, you can do better!”

Ποια η πρόγνωση της ενδομητρίωσης;

Οι περισσότερες γυναίκες με ενδομητρίωση έχουν ήπια συμπτώματα και μια καλή κλινική πορεία. Σε ποσοστό 40% σε γυναίκες που έλαβαν θεραπεία για την ενδομητρίωση τα συμπτώματα υποτροπιάζουν μετά μια περίοδο 5 ετών. Μετά από ορμονοθεραπεία ο πόνος επανεμφανίζεται μετά από 5 χρόνια στο 37% των γυναικών με ήπια κλινική εικόνα, και στο 74% των γυναικών με βαριά κλινική εικόνα. Τα υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας σημειώνονται όταν η φαρμακευτική θεραπεία ακολουθεί τη χειρουργική απομάκρυνση των εστιών (80% των γυναικών δεν παρουσιάζουν πόνο για τουλάχιστο 5 χρόνια). Οι περιπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται σε συντηρητικές θεραπείες μπορούν να αντιμετωπιστούν με υστερεκτομή.

Τι είναι η ενδομητρίωση;

Η ενδομητρίωση είναι ένα συχνό γυναικολογικό πρόβλημα. Παίρνει το όνομα της από το ενδομήτριο, τη λεπτή εσωτερική επένδυση της μήτρας. Στις γυναίκες με ενδομητρίωση, ιστός, που μοιάζει και συμπεριφέρεται όπως το ενδομήτριο, αναπτύσσεται σε περιοχές εκτός της μήτρας.

Αυτές οι περιοχές ονομάζονται οζίδια ενδομητρίωσης ή εμφυτεύσεις ενδομητρίωσης ή εστίες.

Τις περισσότερες φορές η ενδομητρίωση εμφανίζεται: Πάνω ή μέσα στις ωοθήκες (ενδομητρίωμα) Πίσω από τη μήτρα. Επάνω στους συνδέσμους που διατηρούν τη μήτρα στη θέση της. Στο περιτόναιο που επενδύει τα τοιχώματα και όργανα της κοιλιάς.

Στο έντερο, την κύστη ή το ορθό.

Η ενδομητρίωση σπάνια μπορεί να αναπτυχθεί και σε περιοχές πολύ μακριά από τη μήτρα. Αυτός ο έκτοπος ιστός δημιουργεί φλεγμονή, πόνο, υπογονιμότητα και βαριές εμμηνορυσίες.

Συμπτώματα Ενδομητρίωσης

Ο πόνος είναι από τα πιο συχνά συμπτώματα της ενδομητρίωσης. Συνήθως οι γυναίκες πονάνε χαμηλά στην κοιλιά. Η ένταση του πόνου δεν εξαρτάται από την έκταση της ενδομητρίωσης. Μερικές γυναίκες δεν έχουν πόνο και παρόλα αυτά η ενδομητρίωση είναι διάσπαρτη σε πολλές και μεγάλες περιοχές.

Άλλες γυναίκες με οξύ και δυνατό πόνο έχουν λίγες και μικρές εστίες ενδομητρίωσης.

Τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης περιλαμβάνουν:

  • Έντονη δυσμηνόρροια (πόνος περιόδου), που χειροτερεύει με την πάροδο του χρόνου.
  • Χρόνιος πόνος χαμηλά και πίσω στη λεκάνη.
  • Πόνος κατά τη διάρκεια και μετά την επαφή.
  • Γαστρεντερικές ενοχλήσεις.
  • Επίπονες εντερικές κινήσεις και ούρηση στην εμμηνορυσία.
  • Βαριές και μακριές εμμηνορρυσίες.
  • Μικρή διαφυγή αίματος ανάμεσα στις περιόδους.
  • Υπογονιμότητα.

Γυναίκες με ενδομητρίωση πολλές φορές παρουσιάζουν γαστρεντερικά προβλήματα όπως διάρροια, δυσκοιλιότητα, μετεωρισμό (φούσκωμα) ειδικά κατά τη διάρκεια των περιόδων.

Ποιες γυναίκες έχουν ενδομητρίωση;

Είναι από τις πιο συχνές γυναικολογικές παθήσεις. Παρουσιάζονται σε ποσοστό 7 έως 10%. 'Υποψία για την ύπαρξη ενδομητρίωσης μπορεί να τεθεί από το ιστορικό και τη γυναικολογική εξέταση, ενώ η διάγνωση γίνεται με τη λαπαροσκόπηση.

Οι γυναίκες με ενδομητρίωση:

  • Έχουν κάθε μήνα περίοδο.
  • Έχουν μέση ηλικία τα είκοσι επτά χρόνια.
  • Έχουν τα συμπτώματα από δύο έως πέντε χρόνια πριν από τη διάγνωση της ασθένειας.

Οι γυναίκες στην εμμηνόπαυση πολύ σπάνια έχουν συμπτώματα αφού σταματάει η περιοδική λειτουργία του ενδομητρίου καθώς οι ορμόνες εκλείπουν στην εμμηνόπαυση.

Πώς μπορώ να υποψιαστώ ότι έχω ενδομητρίωση;

Είναι πιθανόν να υπάρχει ενδομητρίωση αν:

  • Αρχίζει η περίοδος σε νεαρή ηλικία.
  • Υπάρχει δυσμηνόρροια (πόνος στην περίοδο).
  • Υπάρχει περίοδος για επτά ή περισσότερες μέρες.
  • Υπάρχει μικρός κύκλος (25 μέρες ή λιγότερο).
  • Υπάρχει κληρονομικότητα ενδομητρίωσης (μητέρα, αδελφή, θείες).

Τι μπορώ να κάνω για να μειώσω την ενδομητρίωση;

Μελέτες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες υποφέρουν λιγότερο από την ενδομητρίωση αν:

- Ασκούνται φυσιολογικά
- Έχουν υγιεινή διατροφή
- Αποφεύγουν αλκοόλ και καφεϊνη

Πώς δημιουργείται η ενδομητρίωση ;

Η ενδομητρίωση είναι καλοήθης πάθηση (όχι καρκινογόνος) παρόλα αυτά δημιουργεί πολλά προβλήματα. Κάθε μήνα, οι ορμόνες που επιδρούν στο ενδομήτριο αυξάνουν το πάχος του. Αυτό γίνεται για να υποδεχτεί το γονιμοποιημένο ωάριο και να το θρέψει τις πρώτες μέρες της ζωής του.

Αν το ωάριο δεν γονιμοποιηθεί το ενδομήτριο πέφτει χρησιμοποιώντας την φυσική οδό, μήτρα, τράχηλος, κόλπος, αιδοίο και δημιουργεί την έμμηνο ρύση. Οι εστίες της ενδομητρίωσης ανταποκρίνονται με τον ίδιο τρόπο στην περιοδική αλλαγή των ορμονών.

Κάθε μήνα μεγαλώνουν και αν δεν έχουμε εγκυμοσύνη ο επιπλέον ιστός που δημιουργείται αιμορραγεί, όμως δεν υπάρχει έξοδος διαφυγής για αυτόν τον ιστό και το αίμα.

Γι αυτό τον λόγο οι εστίες της ενδομητρίωσης τείνουν να γίνονται μεγαλύτερες και τα συμπτώματα χειροτερεύουν με τον καιρό. Ο ιστός και το αίμα που παραμένουν στα διάφορα σημεία του σώματος δημιουργούν φλεγμονή και πόνο. Καθώς ο έκτοπος ιστός μεγαλώνει μπορεί να καλύψει τις ωοθήκες και τις σάλπιγγες δημιουργώντας υπογονιμότητα.

Η φλεγμονή που δημιουργείται μπορεί να εμπλέξει όλα τα όργανα που υπάρχουν στο κάτω μέρος της κοιλιάς, έντερο, κύστη.

Είναι σημαντικό να γνωρίζει μια γυναίκα ότι έχει ενδομητρίωση;

Ο πόνος της ενδομητρίωσης μπορεί να επηρεάσει την ζωή μιας γυναίκας. Μελέτες έχουν δείξει ότι γυναίκες με ενδομητρίωση συχνά λείπουν από το σχολείο, τη δουλειά ή τις κοινωνικές εκδηλώσεις. Είναι πρόβλημα που μπορεί να επηρεάσει τις σχέσεις με τον σύντροφο, τους φίλους, τα παιδιά, τους συνεργάτες.

Τέλος η ενδομητρίωση μπορεί να επηρεάσει τη γονιμότητα μιας γυναίκας.

Γνωρίζοντας μια γυναίκα ότι έχει ενδομητρίωση πρώτα από όλα γνωρίζει το λόγο για τον οποίο έχει όλες αυτές τις ενοχλήσεις. Η θεραπεία που δίνεται μπορεί να ελέγξει τα συμπτώματα και να ανακουφίσει τον πόνο. Επίσης μπορεί να μειώσει την εξάπλωση της ενδομητρίωσης και να διατηρήσει τη γονιμότητα της γυναίκας.

Διάγνωση της ενδομητρίωσης

Ο γιατρός θα πάρει ένα ιστορικό από το οποίο θα υποψιαστεί ενδομητρίωση. Η ενδομητρίωση μπορεί να διαγνωστεί από τη γυναικολογική εξέταση κατά την οποία μπορούν να ψηλαφηθούν ενδομητριωσικές εστίες. Ο υπέρηχος που γίνεται κατά την εξέταση, πολλές φορές αναδεικνύει κύστες ενδομητρίωσης στις ωοθήκες.

Υπάρχει ένας βιοχημικός δείκτης, CA 125, ο οποίος αυξάνεται σε περίπτωση ενδομητρίωσης. Δεν είναι απόλυτος δείκτης αφού δεν αυξάνεται πάντα. Αν κατά τη φυσική εξέταση ή τον υπέρηχο δεν ανεβρεθούν ενδομητριωσικές εστίες τότε η μαγνητική τομογραφία μπορεί να δώσει τη διάγνωση.

Η τελική και πιο σίγουρη μέθοδος με την οποία μπορούμε να κάνουμε τη διάγνωση και να δούμε τις εστίες είναι η λαπαροσκόπηση. Με τη λαπαροσκόπηση βλέπουμε τις εστίες, το μέγεθος και την έκταση της ενδομητρίωσης. Επίσης δίνει απάντηση για τη γονιμότητα της γυναίκας.

Τι δημιουργεί ενδομητρίωση;

Δεν είναι γνωστές οι αιτίες της ενδομητρίωσης και γι αυτό και έχουν αναπτυχθεί διάφορες θεωρίες όσον αφορά την αιτιολογία της πάθησης αυτής. Έχει παρατηρηθεί ότι η ενδομητρίωση υπάρχει σε πολλά μέλη της ίδιας οικογένειας.

Γυναίκες που η μητέρα και η αδελφή έχουν ενδομητρίωση έχουν 6 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να παρουσιάσουν ενδομητρίωση. Έτσι αναπτύχθηκε η θεωρία της κληρονομικότητας.

Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει πως το ενδομήτριο κατά την περίοδο παλινδρομεί από τις σάλπιγγες και εμφυτεύεται στο περιτόναιο. Αυτός ο έκτοπος ιστός αναπτύσσεται εκτός μήτρας και λειτουργεί όπως το ενδομήτριο.

Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι η ενδομητρίωση δημιουργείται λόγο ανοσολογικής ανωμαλίας. Το ανοσοποιητικό δεν είναι σε θέση να βρει και να καταστρέψει αυτές τις έκτοπες εστίες. Έτσι δημιουργούνται, παραμένουν και αναπτύσσονται.

Έχει παρατηρηθεί ότι οι γυναίκες με ενδομητρίωση παρουσιάζουν και άλλες ανοσολογικές ανωμαλίες.

Θεραπεία ενδομητρίωσης

Δεν υπάρχει θεραπεία που μπορεί να απαλλάξει την γυναίκα από την ενδομητρίωση, αλλά υπάρχουν πολλές θεραπείες για τον πόνο και την υπογονιμότητα που αυτή δημιουργεί. Η θεραπεία που επιλέγεται για την κάθε γυναίκα εξαρτάται από τα συμπτώματα, την ηλικία και τον προγραμματισμό για εγκυμοσύνη.

Παυσίπονα

Για μερικές γυναίκες με ελαφρά συμπτώματα ο γιατρός μπορεί να συστήσει παυσίπονα όπως impuprofene ή naproxene. Αν αυτά δεν έχουν αποτέλεσμα τότε μπορούν να συστηθούν ισχυρότερα παυσίπονα.

Ορμονική Θεραπεία

Όταν ο πόνος δεν μειώνεται με τα αναλγητικά τότε ο γιατρός συνήθως συστήνει ορμονική θεραπεία. Αυτή τη θεραπεία μπορούν να πάρουν γυναίκες που δεν προγραμματίζουν εγκυμοσύνη. Η ορμονική θεραπεία είναι καλύτερη για μικρές εστίες, οι οποίες δεν έχουν ισχυρούς πόνους.

Οι ορμόνες λαμβάνονται σε πολλές μορφές όπως χάπια, ενέσεις ή ρινικά σπρέι.

Πολλές ορμόνες χρησιμοποιούνται όπως:

  • Αντισυλληπτικά: Τα αντισυλληπτικά μειώνουν τις φυσικές ορμόνες που επιδρούν στο ενδομήτριο. Μειώνουν την περίοδο σε ποσότητα και διάρκεια και έχουν την ίδια επίδραση και στις ενδομητριωσικές κύστες. Έτσι μειώνεται η ποσότητα του αίματος και του ιστού που κατακρατείται κάθε μήνα στις έκτοπες εστίες.
  • Προγεστερόνη: Η προγεστερόνη μειώνει την πάχυνση του ενδομητρίου στη μήτρα και στις έκτοπες εστίες. Νέα θεραπεία με μόνη διενογέστη (είδος προγεστερόνης) 2 mg υπόσχεται υψηλή αποτελεσματικότητα στη μείωση του πόνου και των ενδομητριωσικών εστιών. Με αποτελέσματα σχεδόν ισάξια με τις γοναδοτροπίνες
  • Γοναδοτροπίνες: Οι γοναδοτροπίνες μειώνουν όλες τις ορμόνες και βάζουν τη γυναίκα σε μια ‘ψευτοεμμηνόπαυση’ σταματώντας την περίοδο. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μειωθούν οι έκτοπες ενδομητριωσικές κύστες και όταν η θεραπεία διαρκεί εξαφανίζονται. Σταματώντας τη θεραπεία επανέρχεται η περίοδος και η γονιμότητα της γυναίκας.
  • Δαναζόλη: Η δαναζόλη δεν χρησιμοποιείται συχνά σήμερα. Είναι μια ανδρική ορμόνη που μειώνει τα επίπεδα των οιστρογόνων και της προγεστερόνης. Αυτή σταματάει την περίοδο ή την κάνει πολύ πιο αραιή, όμως έχει πολλές ανεπιθύμητες ενέργειες όπως λιπαρότητα δέρματος, αύξηση βάρους, πονοκεφάλους, κούραση και εξάψεις. Η δαναζόλη δεν προφυλάσσει από εγκυμοσύνη, γι αυτό οι γυναίκες θα πρέπει να λαμβάνουν μέτρα προφύλαξης, ώστε να αποφύγουν τυχόν εγκυμοσύνη.
  • Χειρουργική θεραπεία
    Η χειρουργική θεραπεία συνήθως είναι ενδεδειγμένη για γυναίκες με ενδομητρίωση σε μεγάλο βαθμό, ισχυρούς πόνους ή προβλήματα γονιμότητας. Υπάρχουν δύο χειρουργικές μέθοδοι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν.
    • Λαπαροτομία : Η λαπαροσκοπική μέθοδο είναι πιο ανώδυνη και χρησιμοποιείται σε γυναίκες που δεν πάσχουν από ενδομητρίωση μεγάλης έκτασης.
    • Λαπαροτομία: Η λαπαροτομία χρησιμοποιείται σε πολύ εκτεταμένη ενδομητρίωση όταν τα διάφορα όργανα στην πύελο (λεκάνη) έχουν δημιουργήσει πολλές συμφύσεις και είναι αδύνατη η λαπαροσκόπηση.
    • Επίσης γίνεται σε περίπτωση που θα πραγματοποιηθεί ολική υστερεκτομία, όταν η γυναίκα δεν επιθυμεί εγκυμοσύνη και είναι ηλικίας άνω των 45 ετών.